(Η αγία Θεοδώρα ασκήτευε, περνώντας για άντρας, σε ανδρικό μοναστήρι. Κάποτε κατηγορήθηκε ψευδώς ότι άφησε έγκυο μια κοπέλα, και εξορίστηκε από το μοναστήρι μαζί με το μωρό, το οποίο αναγκάστηκε να το ανατρέφει με πολύν κόπο επί επτά χρόνια.)
Όταν πέρασαν τα επτά χρόνια, οι μοναχοί της λαύρας του Ενάτου ήρθαν να παρακαλέσουν τον ηγούμενο της μονής της αγίας να τη δεχτεί πάλι και να τη συναριθμήσει με την υπόλοιπη μοναχική αδελφότητα. Γιατί, έλεγαν, αρκετά τιμωρήθηκε με το να μένει επτά ολόκληρα χρόνια δίπλα στην είσοδο της μονής. Και πρόσθεσαν ότι από θεϊκή αποκάλυψη βεβαιώθηκαν ότι συγχωρήθηκε πια το αμάρτημα του Θεοδώρου.
Ο ηγούμενος άκουσε την παράκλησή τους και απάλλαξε τη Θεοδώρα από την άδικη καταδίκη, προστάζοντάς την να μένει από εκεί και πέρα σε απομονωμένο κελλί χωρίς να βγαίνει καθόλου, και να μην της αναθέτουν κανένα διακόνημα της μονής.
Πέρασαν δύο ακόμη χρόνια που η αγία ασκήτευε έτσι με περισσότερη εγκράτεια και θερμότερες προσευχές. Τότε έγινε ξηρασία στον τόπο και οι στέρνες του κοινοβίου έμειναν χωρίς σταγόνα νερό. Ο ηγούμενος, επειδή από όσα άκουγε και έβλεπε, είχε βεβαιωθεί ότι η ευλογημένη Θεοδώρα αξιώθηκε να λάβει το χάρισμα των θεραπειών, την κάλεσε και την πρόσταξε να ρίξει στη στέρνα τη στάμνα και να φέρει νερό. Εκείνη, μαθημένη να υπακούει στα λόγια του πατέρα, χωρίς να εξετάσει ή να προφασιστεί τίποτε, έκανε ό,τι την πρόσταξε, και αμέσως ανέβασε τη στάμνα γεμάτη νερό. Και τότε και άλλες στέρνες φάνηκαν γεμάτες νερό.
Αφού πέρασαν λίγες μέρες, η αγία πήρε το παιδί και το βράδυ κλείστηκε στο κελλί και όλη τη νύχτα τού έδινε τις πιο πνευματικές συμβουλές. Και ενώ ακόμη το συμβούλευε, παρέδωσε με χαρά την ψυχή της στα χέρια του Θεού. Αμέσως το παιδί ξέσπασε σε κλάματα και γέμισε το κελλί με τις φωνές του. Όσοι βρέθηκαν κοντά, διαπίστωσαν τι έγινε και το είπαν στον ηγούμενο. Και εκείνος, μόλις το άκουσε, διηγήθηκε στους μοναχούς ένα όνειρο που είδε.
«Μου φάνηκε», είπε, «ότι είδα δύο άντρες να με ανεβάζουν ψηλά, σε ύψος ανυπολόγιστο. Εκεί είδα ένα τάγμα αγγέλων και μια φωνή αντήχησε στα αυτιά μου που έλεγε· “Βλέπε ποια αγαθά έχουν ετοιμαστεί για τη Θεοδώρα, τη νύφη μου”. Τότε μου παρουσιάστηκε ένα κρεβάτι που το φρουρούσε άγγελος και ένα νυφικό δωμάτιο με ανείπωτη ομορφιά. Εγώ λαχταρούσα να μάθω ποιο είναι το νυφικό δωμάτιο που έβλεπα και ποια είναι εκείνη, για την οποία ετοιμάστηκαν αυτά, και ρωτούσα τους συνοδούς μου. Αμέσως όμως είδα πλήθος προφητών, αποστόλων, μαρτύρων και άλλων αγίων που στο κέντρο τους είχαν μια γυναίκα στολισμένη με θεϊκή δόξα· αυτή μπήκε στο νυφικό δωμάτιο και την είδα να κάθεται στο κρεβάτι.«
»Οι συνοδοί μου είπαν ότι αυτή είναι ο αββάς Θεόδωρος, η οποία συκοφαντήθηκε με ψεύτικη κατηγορία πορνείας και προτίμησε καλύτερα να ταλαιπωρείται επτά ολόκληρα χρόνια διωγμένη από τη μονή και να θεωρείται πατέρας ξένου παιδιού και να αναλάβει τη φροντίδα και την ανατροφή του, παρά να φανερωθεί ότι είναι γυναίκα και να γλυτώσει από την ντροπή και την τόση κακοπάθεια. Γι’ αυτό και αξιώθηκε να λάβει αυτή τη λαμπρότητα που βλέπεις”.«
»Όταν τα είδα αυτά, ο ύπνος μου έφυγε και άρχισα να κλαίω τις αμαρτίες μου».
Αφού τα διηγήθηκε αυτά, πήγε αμέσως όπως ήταν στο κελλί της οσίας μαζί με τους μοναχούς. Μπαίνοντας, είδαν νεκρή αυτή που στ’ αλήθεια ζούσε και στάθηκαν γύρω, βρέχοντας με τα δάκρυά τους το ιερό σώμα.
Ο ηγούμενος κάλεσε τότε και τους μοναχούς του Ενάτου, τους έδειξε κάποια μέρη του ιερού σώματος και είπε: «Κοιτάξτε αυτό το πρωτοφανές θέαμα· πώς μια γυναίκα ξεγέλασε με τέτοιο τέχνασμα τον άρχοντα του σκότους».
Όλοι έμειναν έκπληκτοι από το θέαμα, και στη συνέχεια κυριεύτηκαν από πολύ φόβο, καθώς σκέφτηκαν με πόσον κόπο πρέπει να παλεύουν όσοι είναι αιχμαλωτισμένοι σε σωματικά πάθη, και τον φόβο τους τον ακολούθησαν κλάματα. Όταν με τα πολλά σταμάτησαν τους θρήνους, απέδωσαν με ψαλμούς και ύμνους τις επικήδειες τιμές στο πολύπαθο και ιερό εκείνο σώμα και το έθαψαν.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Α’, Υπόθεση Μ’ (40), σελ. 376. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2001.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου