Ἡ Μονή Προφήτου ᾿Ηλιού διαθέτει ἀρκετά μετόχια, τά περισσότερα βρίσκονται στή Θήρα, ἐνῶ κάποια στήν ᾿Ανάφη.᾿Από τήν ἀρχή τῆς ἵδρυσης τῆς Μονῆς, παράλληλα μέ τίς ποικίλες ἀφιερώσεις κτημάτων, συνεχίζονταν καί ἡ ἀφιέρωση διαφόρων ἰδιωτικῶν ἐκκλησιῶν καί ἐξωκκλησίων. ῾Η ἀφιέρωση γινόταν εἰς μνημόσυνο τῶν γονέων, ἀδελφῶν ἤ συγγενῶν, καί γιά τήν συνεχή μνημόνευση τοῦ ἀφιερωτοῦ σέ κάθε θεία Λειτουργία τῆς Μονῆς. Τό μοναστήρι, ἐκτός ἀπό τήν συντήρηση τῶν μετοχίων καί τῶν ἐξωκκλησίων του, διατηροῦσε ἐπί 100 σχεδόν ἔτη στίς μοναστηριακές ἐνορίες ἐφημερίους, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦσαν ἑβδομαδιαίως καί στά ἐξωκκλήσια.Τά μετόχια καί τά ἐξωκκλήσια πού ἀφιερώθηκαν στήν Μονή κατά τή διάρκεια τῆς ἱστορίας της εἶναι τά ἑξῆς:
Πύργος
῾Η Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Σχολή τῆς Μαρτινοῦς-
Ἱερό Μετόχι Ἁγίων Ἀποστόλων
Πρόσφατα ἀνακαινισθέν μετόχι Ἁγίων Ἀποστόλων- Σχολή Μαρτινοῦς (2008)
Πρόσφατα ἀνακαινισθέν μετόχι Ἁγίων Ἀποστόλων- Σχολή Μαρτινοῦς (2008)
῞Αγιος Γεώργιος
Πρόκειται γιά μονόκλιτη βασιλική, πού ἐφάπτεται μέ τή βόρεια πλευρά τοῦ ναοῦ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Κτίσθηκε ἀπό τόν ἱεροδιάκονο Παρθένιο Σιγάλα καί ἀφιερώθηκε στή Μονή τό 1725. Σύμφωνα μέ τό σχετικό ἀφιερωτικό γράμμα ἔπρεπε νά τελοῦνται «τρεῖς λειτουργίαι τὴν ἑβδομάδα καὶ νὰ ἔχῃ ἐφημέριον διαρκῶς». Μεταξύ τῶν ἄλλων ὑποχρεώσεων, πού ἀναλάμβανε ἡ Μονή ἔναντι τοῦ μετοχίου ἦταν «νὰ ἀνάπτεται ἀκοίμητος κανδήλα ἐμπρὸς τῆς Εἰκόνος, νὰ καίεται μία λαμπὰς κατὰ τὰς καθ’ ἑβδομάδα γενομένας παρακλήσεις, τὴν Παρασκευὴν ἢ Κυριακὴν ἑσπέρας ὑπὸ τοῦ ἐφημερεύοντος ἱερέως...». Τούς ὅρους αὐτούς ἐκπλήρωσε ἡ Μονή μέχρι τό 1935. ᾿Από τό 1735 ἕως τό 1830 λειτούργησε ὡς γυναικεῖο μοναστήρι (σώζεται κτηριακό συγκρότημα μέ κελιά). Σύμφωνα μέ τό σχετικό ἐπισκοπικό Γράμμα τοῦ Ζαχαρία Γύζη (8 Φεβρουαρίου 1735), οἱ κάτοικοι τοῦ Πύργου ἀποφάσισαν «νὰ κτίσουν σεβάσμιον μοναστήριον μὲ ἔξοδα τῶν χριστιανῶν... εἰς τὸ ὄνομα τοῦ ῾Αγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου». Τό μοναστήρι ἦταν κοινόβιο, μέ ἐντολή ὥστε «αἱ καλογραῖαι νὰ μὴν ἠμποροῦν νὰ εὐγαίνουν ἔξω ἀπὸ τὴν πόρταν, μήτε ἄλλος τινὰς νὰ ἐμβαίνῃ μέσα, οὔτε ἡγούμενος, οὔτε ἱερομόναχος, οὔτε λαϊκός, οὔτε γυναῖκα, οὔτε παιδί, οὔτε αὐτὸς ὁ ἀρχιερεύς, πάρεξ διὰ μεγάλην ἀνάγκην».῾Η λειτουργία τῆς Μονῆς σταμάτησε τό 1839, ὅταν διαλύθηκε ἐξαιτίας τοῦ ᾿Οθωνικοῦ διατάγματος ἀρ. 30. Οἱ μοναχές ἐγκαταβίωσαν στή μονή τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, λίγο ἔξω ἀπό τά Φηρά. Μέ τούς σεισμούς τοῦ 1856 τό ἐναπομείναν μοναστηριακό συγκρότημα κατέστη σχεδόν ἀκατοίκητο, ἐνῶ οἱ σεισμοί τοῦ 1956 ἐπέφεραν ἐπιπλέον καταστροφές.
῾Αγία Τριάδα (Καστέλι)
Μεγάλος ναός στόν τύπο τοῦ σταυροειδοῦς ἐγγεγραμμένου μέ συνεπτυγμένα τά ἐγκάρσια σκέλη. Βρίσκεται μέσα στό Καστέλι. Παλαιότερα ἐπικοινωνοῦσε στή βόρεια πλευρά του μέ χώρους, ὅπου διέμεναν οἱ μοναχοί, πρίν νά μεταφερθοῦν στή μονή τοῦ Προφήτου ᾿Ηλιού. Κατά τόν Δεναξᾶ διασώζεται κτητορικό ἔγγραφο τοῦ 1742 καί ὡς ἱδρυτής του φέρεται ὁ κτήτορας τοῦ Προφήτη ᾿Ηλία Γαβριήλ Μπελώνιας. Βάσει τοῦ κτητορικοῦ ἐγγράφου «...ἡ πρεσβυτέρα ῎Αννα Πέτρου ἱερέως Σιγάλα ἔδωκεν... [στὴ Μονὴ] ἵνα κτίσῃ ναόν». ῾Η οἰκογένεια τοῦ ἱερέα, γιά νά ἀποκτήσει αὐτόν τόν ναό, πρόσφερε 500 ἱσπανικά ρεάλια. Οἱ ὑποχρεώσεις τῆς Μονῆς εἶναι ἴδιες μέ ἐκεῖνες τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου, καί διατηρήθηκαν μέχρι τό 1856.῾Ο ναός καταστράφηκε μέ τόν σεισμό τοῦ 1956. Τή δεκαετία τοῦ 1980 ἀνοικοδομήθηκε μέ δαπάνες τῶν κατοίκων τοῦ Πύργου. Σήμερα, στό ναό φιλοξενεῖται συλλογή εἰκόνων καί κειμηλίων ἐποπτευομένων ἀπό τό ῾Υπουργεῖο Πολιτισμοῦ.
῾Αγία Αἰκατερίνη
Στή νοτιοδυτική πλευρά τοῦ λόφου, μέσα στό χωριό, ἀλλά ἔξω ἀπό τό Καστέλι, βρίσκεται τό ἐκκλησάκι τῆς ῾Αγίας Αἰκατερίνης, κτισμένο στόν τύπο τῆς μονόκλιτης καμαροσκεποῦς βασιλικῆς. ῾Ο Δεναξᾶς τό χρονολογεῖ στά 1660. ᾿Αφιερώθηκε στή Μονή ἀπό τόν Μαρίνο Γαβαλλᾶ καί τήν σύζυγό του Αἰκατερίνη. Μαζί μέ τόν ναό προσφέρθηκαν καί δύο ἀμπελῶνες κοντά στόν Πύργο, καθώς καί ὅλα τά ἐκκλησιαστικά σκεύη καί βιβλία. Στή βόρεια πλευρά, πλησίον τοῦ τέμπλου, ἀποκαλύφθηκαν τμήματα τοιχογραφιῶν.
Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος
Βρίσκεται ἔξω ἀπό τό Καστέλλι, στό κέντρο περίπου τοῦ Πύργου. ῾Ο ἀρχιτεκτονικός του τύπος εἶναι δύσκολο νά ὁρισθεῖ. Τό κτήριο μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ στό ἰσόγειο ὡς τρίκλιτη βασιλική, ἐνῶ στόν ὄροφο ὡς ἐγγεγραμμένος σταυροειδής μέ τροῦλο. ῾Ο γυναικωνίτης ἐκτείνεται πάνω ἀπό τά πλάγια κλίτη τοῦ ἰσογείου, καθώς καί πάνω ἀπό τόν νάρθηκα, σχηματίζοντας ἕνα Π. Τό 1725 ὁ προηγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου στήν Πάτμο ᾿Αθανάσιος Μάζαρης, μαζί μέ τόν ἱεροδιάκονο Παρθένιο Σιγάλα, τήν ἀφιέρωσαν στή Μονή, μαζί μέ δύο κτήματα, βάσει πατριαρχικοῦ σιγιλλίου. ᾿Από προηγούμενο σιγίλλιο μαθαίνουμε ὅτι ἡ παροῦσα ἐκκλησία ἦταν πολύ μικρή καί ἀνῆκε στόν πρωθιερέα ᾿Ιωάννη Μάζαρη, ὁ ὁποῖος ἔμενε σέ κατοικία δίπλα της, τήν ὁποία εἶχε ἀφιερώσει ἡ Θεολογίνα Σιγάλα. Στόν ναό ἐφημέρευε τότε ὁ μετέπειτα κτήτορας τῆς Μονῆς Γαβριήλ Μπελώνιας. Παρεκκλήσιο αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας εἶναι ὁ ῞Αγιος Νικόλαος. Τήν ἐκκλησία αὐτή ἐγκατέλειψε ἡ Μονή, γιά νά χρησιμοποιηθεῖ ὡς ἐνοριακός ναός, ἀφοῦ προηγουμένως ἔλαβε ὡς ἀντάλλαγμα κτήματα στό Μεγαλοχώρι καί τόν Πύργο. ῾Η ἀνταλλαγή ἔγινε τό 1819. Σήμερα ἀποτελεῖ τήν ὁμώνυμη ἐνοριακή ἐκκλησία τοῦ Πύργου.
῞Αγιος Νικόλαος καί ῞Αγιοι ᾿Απόστολοι
Λίγο ἔξω ἀπό τό χωριό Πύργος, ἀνατολικά, συναντοῦμε τόν παλαιό ναό τοῦ ῾Αγίου Νικολάου. Κτίσθηκε ἐπάνω σέ παλαιοχριστιανικό ναό. Πρόκειται γιά τρίκλιτη βασιλική μέ τροῦλο καί νάρθηκα. Τό κεντρικό κλίτος εἶναι ἀφιερωμένο στόν ἅγιο Νικόλαο, τό βόρειο στήν ἁγία Εἰρήνη καί τό νότιο στόν ἅγιο Διονύσιο ᾿Αρεοπαγίτη. ῾Ο νάρθηκας προστέθηκε ἀργότερα γιά νά χρησιμεύσει ὡς ἐπιτάφιος χῶρος τοῦ ἐπισκόπου Θήρας Διονυσίου (1744-1767). Στό ὑπέρθυρο τῆς δυτικῆς πύλης τοῦ ναοῦ, καί πρός τήν πλευρά τοῦ νάρθηκα, βρίσκεται ἐπιγραφή, πού τοποθετεῖ τήν ἀποπεράτωσή του στά 1764. Στήν τοιχοποιία ἐντοπίζονται πολλά μαρμάρινα ἀρχιτεκτονικά στοιχεῖα, τά ὁποῖα προφανῶς προέρχονται ἀπό τήν ἀρχαία πόλη τῆς Θήρας. ῞Ενα ἀπό τά χαρακτηριστικά τοῦ ναοῦ εἶναι ὁ ἐντός τοῦ ῾Ιεροῦ ἐπισκοπικός θρόνος (σύνθρονο), μέ τμήματα ἐπιτύμβιας στήλης (ἐπιχρισμένης).῾Ο ῞Αγιος Νικόλαος βρίσκεται δίπλα σέ ὑπόσκαφες καί κτιστές κατασκευές, τώρα ἡμιερειπωμένες, ἐντός τῶν ὁποίων ὑπάρχει καί μικρό ὑπόσκαφο ἐκκλησάκι σταυροθολικοῦ στενομέτωπου τύπου. Τό ἐκκλησάκι αὐτό, πού τιμᾶται στό ὄνομα τῶν ἁγίων ᾿Αποστόλων Πέτρου καί Παύλου, λειτουργοῦσε ὡς ἐπισκοπικό παρεκκλήσιο, γι’ αὐτό καί φέρει τήν ὀνομασία «κονάκι».
῞Αγιος Γεώργιος, Λαγκάδι Πύργου Μικρό ἐκκλησάκι μέ εἰκόνες τοῦ 18ου αἰώνα. Βρίσκεται στή νότια πλευρά τοῦ Πύργου, μέσα σέ ἀμπελῶνες.
Μέσα καί ῎Εξω Γωνιά
῞Αγιος Παντελεήμων
Βρίσκεται στήν ῎Εξω Γωνιά, στήν περιοχή «Καμίνια». Πρόκειται γιά μονόκλιτο ναό τοῦ τύπου τῆς καμαρόσκεπης βασιλικῆς. Τό ἱερό χωρίζεται ἀπό τόν κυρίως ναό μέ ἁγιογραφημένο τέμπλο.῾Ο ναός τοῦ ῾Αγίου Παντελεήμονος, μαζί μέ τά κτήματα πού τόν περιβάλλουν, ἀφιερώθηκε στή Μονή ἀπό τόν ἱεροδιάκονο Παρθένιο Σιγάλα, τό ἔτος 1725. Σύμφωνα μέ τό ἀφιερωτικό γράμμα θά ἔπρεπε νά ἔχει διαρκῶς ἐφημέριο καί νά τελεῖται μιά φορά τήν ἑβδομάδα θεία Λειτουργία «εἰς μνήμην τῶν Γονέων καὶ ἀδελφῶν αὐτοῦ...». ῾Η ὑποχρέωση αὐτή τῆς Μονῆς τελοῦνταν μέχρι τό 1856. ᾿Από ἔγγραφο τῆς Μονῆς (ἀρ. 29/5-8-1860), πού ἀπευθύνεται πρός τόν ἐπίσκοπο Θήρας, ἀπό τόν ἡγούμενο Διονύσιο Ροῦσσο, πληροφορούμεθα ὅτι τό ἐν λόγῳ μετόχι «...ἔχει ἀνάγκην διορισμοῦ ἑνὸς οἰκονόμου, διότι τοῦτο εὑρίσκεται μακρὰν τῆς Μονῆς καὶ εἰς τὴν περιοχὴν τούτου κεῖνται τὰ πλειότερα κτήματα...». Προτείνει μάλιστα γιά διορισμό τόν μοναχό Μακάριο Καραμολέγκο, ὁ ὁποῖος σέ συνεργασία μέ τόν οἰκονόμο τῆς Μονῆς Δανιήλ Ροῦσσο, θά ἐπιστατεῖ πρός τό συμφέρον τῆς Μονῆς. Μετά τή δημοσίευση τοῦ διατάγματος περί διαχωρισμοῦ τῆς περιουσίας τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Προφήτου ᾿Ηλιού (ΦΕΚ 314/19-10-1933, σελ. 1, τεῦχος Α´) τά κτήματα τοῦ μετοχίου τοῦ ῾Αγίου Παντελεήμονος, σέ σύνολο 12 στρεμμάτων, κρίθηκαν ἐκποιητέα. ῾Ο ναός ὅμως καί ἀρκετά κτίσματα γύρω του παραμένουν μέχρι σήμερα στή δικαιοδοσία τῆς Μονῆς.
Ὁ Ἁγιος Παντελεήμων
Παναγία ᾿Εγκαρδιώτισσα,
῾Αγία Εἰρήνη, ῞Αγιος Γεώργιος
Πρόκειται γιά τίς «τρεῖς ἐκκλησιές», ὅπως λέγονται χαρακτηριστικά ἀπό τούς κατοίκους τοῦ νησιοῦ, καί βρίσκονται κοντά στό μετόχι τοῦ ῾Αγίου Παντελεήμονος. ῾Ως ἀρχικός πυρήνας θά πρέπει νά θεωρηθεῖ τό μεσαῖο κτήριο, ὁ ναός δηλαδή τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, ὁ ὁποῖος ἱδρύθηκε μᾶλλον κατά τό δεύτερο ἥμισυ τοῦ 15ου ἤ ἀρχές 16ου αἰώνα. Μεταγενέστερα προστέθηκαν καί τά ἄλλα δύο ἐκκλησάκια, τῆς ῾Αγίας Εἰρήνης βόρεια καί τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου νότια. ῾Ο Δεναξᾶς μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἀφιερώθηκαν στή Μονή τό 1726, ἀπό τήν Μαρουλία Φουστέρη, σύζυγο τοῦ ἱερέα Νικολάου Φουστέρη μαζί μέ δύο κτήματα, εἰς μνήμη τῶν γονέων καί τῶν τέκνων. ῾Ο θόλος τοῦ μεσαίου ναοῦ φέρει ὑπόλοιπα παλαιῶν τοιχογραφιῶν. Οἱ μορφές τῶν παραστάσεων προβάλλουν ἐπάνω σέ μελανόμορφο βάθος, ἐνῶ κάθε εἰκονογραφικό θέμα διαχωρίζεται ἀπό τό ἄλλο μέ τρεῖς ταινίες, τῆς κεντρικῆς πού εἶναι σέ ἐρυθρό χρῶμα, καί τῶν δύο ἑκατέρωθεν λευκῶν.
Παναγία ᾿Εγκαρδιώτισσα, ῾Αγία Εἰρήνη, ῞Αγιος Γεώργιος
῞Αγιος Νικόλαος
῾Ο ναός εἶναι κτισμένος στόν ἀρχιτεκτονικό τύπο τοῦ σταυροειδοῦς μέ τρούλο. Βάσει ἐπιγραφῆς πάνω ἀπό τήν εἴσοδο ἀνακαινίσθηκε «1825 10 ᾿Απριλίου, δαπάνῃ Συρίγου Τιμοθέου». ᾿Από τότε φαίνεται νά ἔχει ὑποστεῖ καί ἄλλες ἀνακαινίσεις. Τήν ἐκκλησία αὐτή ἀφιέρωσαν στήν Μονή τό ζεῦγος Μάρκου καί Εἰρήνης Ταρζέντα. ᾿Ελλείψει ὅμως κοιμητηριακοῦ ναοῦ στήν κοινότητα τῆς ῎Εξω Γωνιᾶς τό 1863 ξαναδόθηκε στούς ᾿Εξωγωνιάτες ἀποκλειστικά γιά τήν ἵδρυση κοινοτικοῦ νεκροταφείου, τό ὁποῖο ὑπάρχει μέχρι σήμερα.
Καρτεράδος
῞Αγιος Ζωσιμᾶς Βουνίτσας
Πρόκειται γιά ὑπόσκαφη μονόκλιτη καμαροσκεπή βασιλική μέ τροῦλο μικρῶν διαστάσεων (Δ=0,90 & Υ=0,70μ.), ἀνοιγμένου στό χῶμα τῆς ὀροφῆς. ῾Ιδρύθηκε τό 1690. ᾿Αφιερώθηκε στήν Μονή περί τό 1740, μαζί μέ τά κτήματα, ἀπό τόν ἱερομόναχο Παρθένιο Μαρκοτζάνε, ἀδελφοῦ τῆς Μονῆς. Σύμφωνα μέ τό σχετικό ἀφιερωτικό ἔγγραφο ἡ ἀφιέρωση ἔγινε παρουσίᾳ τοῦ τότε ἀρχιερέα Ζαχαρία «εἰς μνήμην Καλλιόπης καὶ τῶν τέκνων», μέ ὑποχρέωση τέλεσης θείας Λειτουργίας κατά μήνα, ὅπως πληροφορούμαστε ἀπό τόν Κατάλογο τῶν ἐξωκκλησίων τῆς Μονῆς.
῞Αγιος Ζωσιμᾶς
Φηρά
῞Αγιος Μηνᾶς
Βρίσκεται στήν περιοχή τῆς παλαιᾶς πόλεως τῶν Φηρῶν, τά «Κάτω Φηρά», γι’ αὐτό λέγεται καί Κατωφηριανός. ῾Ο ναός εἶναι δισυπόστατος (῞Αγιος Μηνᾶς καί ῞Αγιος ᾿Αλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ) καί ὑπάγεται στόν τύπο τῶν σταυροειδῶν ἐγγεγραμμένων μέ συνεπτυγμένα τά ἐγκάρσια σκέλη καί φερόντων τροῦλο μέ φανό. Τό ῾Ιερό τοῦ ναοῦ εἶναι ὑπόσκαφο. ᾿Αφιερώθηκε στή Μονή ἀπό τόν Γεώργιο Κρίσπο, ἀπόγονο τοῦ δούκα ᾿Ιακώβου Κρίσπου τῆς Σαντορίνης, τό 1742, μαζί μέ τά κτήματα καί μία κατοικία, «τῆς κερᾶς του τῆς κερα-παπαδιᾶς», ὅπως γράφει ὁ ἴδιος. Τό 1816, ὁ ἡγούμενος Γεράσιμος Μαυρομμάτης μέ δικά του ἔξοδα τήν μεγάλωσε καί τήν καλλώπισε. Τό 1834 τόν ναό ἀνακαίνισε ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Γεράσιμος Μαυρομμάτης. Σύμφωνα μέ τό σχετικό ἀφιερωτικό ἔγγραφο, ἡ Μονή ἀναλάμβανε τήν ὑποχρέωση νά διατηρεῖ σ’ αὐτό «διαρκῶς ἐφημέριον καὶ νὰ τελῇ καθ’ ἑβδομάδα μίαν θείαν Λειτουργίαν...».
῞Αγιος Μηνᾶς
᾿Εμπορεῖο
῾Αγία Τριάδα
῾Ο ναός ὑπάγεται στόν τύπο τοῦ στενομέτωπου σταυροθολικοῦ. ᾿Εσωτερικά στήν κάτοψη σχηματίζεται ἀσθενῶς ἡ μορφή τοῦ ἐγγεγραμμένου σταυροῦ. Μεταγενέστερα, ἄγνωστο πότε, προστέθηκε νότια ὀρθογώνιος χῶρος γυναικωνίτη, πού ἐπικοινωνεῖ μέ τόν ναό μέσα ἀπό δίλοβο τοξωτό ἄνοιγμα. ῾Η πρόσοψη τοῦ γυναικωνίτη εἶναι συνεπίπεδη μέ τήν πρόσοψη τοῦ ναοῦ. ῾Ο Δεναξᾶς μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἱδρύθηκε περί τό 1700. ᾿Αφιερώθηκε στή Μονή στίς 12 Δεκεμβρίου 1756 ἀπό τόν Νικόλαο Δεναξᾶ μαζί μέ τούς ᾿Αγγελέτο καί Γιαννουλάκη Σιγάλα, ἐξαιτίας τοῦ θελήματος τῆς μητέρας τους Μαρούσας ἀπό τόν Πύργο. Το 2008 μέ τήν ἐπιμέλεια τῆς ἀδελφότητας τοῦ Προφήτου Ἠλιοὺ, ὁ ναός ἀνακαινίσθηκε πλήρως ἐσωτερικά και ἐξωτερικά, συντηρήθηκε το ξυλόγλυπτο τέμπλο και κατασκευάστηκε βαπτιστήριο παλαιοχριστιανικού τύπου.
῾Αγία Τριάδα καί βαπτιστήριο ἐντός τοῦ ναοῦ
Ἱερόν Ἠσυχαστήριον Ἁγίου Γεωργίου Θαλασσίτου
Βρίσκεται στήν περιοχή τοῦ ᾿Εμπορείου, μεταξύ Περίσσας καί ᾿Εξωμύτη, κοντά στή θάλασσα. ᾿Αρχικά βρισκόταν μέσα σέ ἕναν μικρό ἀμπελώνα τῆς Μονῆς. ᾿Αργότερα, μέ αἴτηση τῶν κατοίκων τοῦ ᾿Εμπορείου, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, δόθηκε ἄδεια νά χρησιμοποιηθεῖ ἕνα μέρος τοῦ ἀμπελώνα ὥστε νά ἐπεκταθεῖ ὁ ναός καί νά μείνει ἐφεξῆς ἀνεξάρτητος. ῎Εγινε λοιπόν ἡ ἐπέκταση, μέ ἕναν πλέον τρισυπόστατο ναό μέ τροῦλο, μέ κυκλοειδῆ αὐλή, μέ δύο τραπεζαρίες (μεγάλη καί μικρή), μέ μαγειρεῖο καί δεξαμενή. ῎Εχει κωδωνοστάσιο πρός τό ἄκρο τῆς αὐλῆς, τό ὁποῖο ἀνακαινίσθηκε, λόγω τοῦ κινδύνου κατάρρευσης τοῦ παλαιοῦ ἀπό τό σεισμό τοῦ 1956. Γύρω στό 1970 ἀνακαινίσθηκαν καί τά δύο πλάγια κλίτη καί μετατράπηκαν σέ παρεκκλήσια (νότιο· ἅγιος ᾿Ελευθέριος, βόρειο· εὐαγγελιστής Μάρκος), ὅλα τά ἱερά σκεύη, καθώς καί ξυλόγλυπτο ἐπίχρυσο τέμπλο.῞Ολα ἔγιναν μέ τήν συνδρομή τῶν κατοίκων τοῦ ᾿Εμπορείου, ἰδιαιτέρως ἐκείνων πού ἔμεναν στή Ρωσία, μέ τήν ἀκάματη φροντίδα καί ἐπιστασία τοῦ Νικολάου Μαυρομμάτη, ὁ ὁποῖος ἔφερε ἀπό τήν Ρωσία εἰκόνες, σκεύη καί ἄμφια. Σήμερα, μετά ἀπό τή φροντίδα τῆς ἀδελφότητας τοῦ Προφήτη ᾿Ηλία, ἡ ἐκκλησία συντηρήθηκε καί ἀναπαλαιώθηκε ἐκ νέου, κτίστηκαν κελλιά και βοηθητικοί χώροι και ὁ Ἅγιος Γεώργιος λειτουργεῖ ἀπό τό 2005 ὡς γυναικεῖο ἠσυχαστήριο (2 μοναχές).
Ἐξωτερική αὐλή καί καμπαναριό τοῦ Ἠσυχαστηρίου
᾿Ακρωτήρι
῾Αγία Θεοδοσία
Ναός μεγάλων διαστάσεων, θεμελιωμένος ἔξω ἀπό τό Καστέλι. ᾿Ανήκει στούς σταυροειδεῖς ἐγγεγραμμένους μέ τροῦλο ναούς. Στή νοτιοδυτική γωνία του ὑπῆρχε πυργοειδές κωδωνοστάσιο μέ τρεῖς ὀρόφους. Τό τύμπανο τοῦ τρούλου εἶναι ὀκταγωνικό. ῾Η ἐκκλησία αὐτή ἀνῆκε στούς ἱερομονάχους ᾿Αγάπιο καί ᾿Αθανάσιο, τήν ὁποία ἀφιέρωσαν στή Μονή μαζί μέ δύο κατοικίες καί μιά δεξαμενή, τό 1731. ᾿Επειδή ὅμως τό χωριό στεροῦνταν ἐνοριακοῦ ναοῦ, οἱ κάτοικοι, στίς 20 ᾿Ιουλίου 1882, ζήτησαν ἀπό τήν Μονή νά τούς παραχωρηθεῖ. Τό αἴτημά τους ἱκανοποιήθηκε τό ἔτος 1884, κατόπιν τοῦ ὑπ. ἀριθμ. 5582/1883 ἐγγράφου τοῦ ῾Υπουργείου τῶν ᾿Εκκλησιαστικῶν καί κατόπιν Βασιλικοῦ Διατάγματος, πού κοινοποιήθηκε στόν τότε ἐπίσκοπο Θήρας Νικόδημο Σακελλαριάδη καί τό ἡγουμενοσυμβούλιο. ῎Ετσι, ἡ ἐκκλησία παραχωρήθηκε στήν κοινότητα ᾿Ακρωτηρίου καί χρησιμοποιεῖται μέχρι σήμερα ὡς ἐνοριακός ναός.
Περίσσα
Θεοτόκος «Κατευχιανή»
Στόν βράχο ἐπάνω ἀπό τήν Περίσσα παρατηροῦμε τό πάλλευκο ναΐδριο τῆς «Κατευχιανῆς». ῾Ο Δεναξᾶς λέει ὅτι κτίσθηκε μεταξύ τοῦ 1537-1650. Πρόκειται γιά μονόκλιτη καμαροσκεπή βασιλική.
Θεοτόκος «Κατευχιανή»
᾿Ιωάννης Πρόδρομος (Δενδρί)
Βρίσκεται στό ἐπάνω μέρος τοῦ ναοῦ τῆς Περίσσας. Πρόκειται γιά μονόκλιτη βασιλική. ῾Ο Μιχαήλ Δεναξᾶς τήν ἀφιέρωσε στή Μονή τό 1887, μαζί μέ τόν ἀγρό πού τήν περιβάλλει, καί τήν συντηροῦσε μέχρι τόν θάνατό του, τό 1917, ἀπό συνδρομές τῶν πιστῶν καί ἰδιαίτερα τῶν γιῶν του. Μετά τήν κατάρρευσή της στούς σεισμούς τοῦ 1956 ἀνοικοδομήθηκε ἀπό τήν οἰκογένεια Τζωρτζάκη Νομικοῦ.
Μονόλιθος
Τίμιος Πρόδρομος καί ῞Αγιος Πολύκαρπος
Μέσα Βουνό
῾Ολόκληρη ἡ περιοχή τῆς ἀρχαίας Θήρας ἀνῆκε στό μοναστήρι τοῦ Προφήτου ᾿Ηλιού, γεγονός πού ἐπιβεβαιώνεται ἀπό πλῆθος ἐγγράφων τοῦ ἀρχείου τῆς Μονῆς. Τό Μέσα Βουνό ἀποτελεῖ τό ἱστορικότερο τμῆμα τοῦ νησιοῦ.
Οἱ ἐκκλησίες πού ὑπάρχουν στήν περιοχή τοῦ Μέσα Βουνοῦ εἶναι οἱ ἀκόλουθες·
῞Αγιος Στέφανος
῾Η ἐκκλησία αὐτή βρίσκεται ἀκριβῶς στήν εἴσοδο πρός τήν ἀρχαία Θήρα, στό βόρειο ἄκρο της καί σέ ὕψος 356 μέτρα. Πρόκειται γιά τό πιό ἀξιόλογο σωζόμενο χριστιανικό ναό τῆς περιοχῆς. Εἶναι ἱδρυμένος ἐπάνω στά ἐρείπια τῆς παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς τοῦ ᾿Αρχαγγέλου Μιχαήλ καί ῾Αγίου Γεωργίου. Γιά τήν κατασκευή του ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ τά ὑλικά τοῦ παλαιοῦ ναοῦ, καθώς καί ἄλλα τόν κοντινῶν ἀρχαίων κτηρίων.῾Ο ναός τοῦ ῾Αγίου Στεφάνου ὑπάγεται στίς δίκλιτες καμαροσκεπεῖς βασιλικές. Τό νότιο κλίτος τιμᾶται στό ὄνομα τοῦ ῾Αγίου Στεφάνου, ἐνῶ τό βόρειο εἶναι ἀφιερωμένο στόν Ταξιάρχη Μιχαήλ. Οἱ θόλοι τῶν κλιτῶν εἶναι ὀξυκόρυφοι, ἐνῶ τά κλίτη χωρίζονται μέ κιονοστοιχίες εὐθέων ἐπιστηλίων. Τά τέμπλα, ὅπως καί οἱ ῞Αγιες Τράπεζες εἶναι κατασκευασμένα ἀπό διάφορα ἀρχαῖα μάρμαρα. Σ’ αὐτήν, τό 1707, ἱδρύθηκε τό πρῶτο μοναστήρι τῆς Θήρας ἀπό τόν ἱεροδιάκονο Παρθένιο Σιγάλα.
῞Αγιος Στέφανος
Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος
(Χριστουλάκι)
῾Ο ναός βρίσκεται πιό πάνω ἀπό τόν ῞Αγιο Στέφανο, λαξευμένος σέ ἀσβεστολιθικό βράχο. Πρόκειται γιά τό κοινῶς λεγόμενο «Χριστουλάκι», ἐξαιτίας τοῦ μικροῦ μεγέθους του (Μ· 2,70, Π· 2,80, Υ· 2,00 μ.). ῾Υποστηρίζεται ἡ γνώμη ὅτι κατά τήν ἀρχαιότητα χρησίμευε ὡς εἰδωλολατρικός ναός (῾Ιερό Δήμητρας), ἐνῶ δέν γνωρίζουμε πότε μετατράπηκε σέ χριστιανικό. ῾Υπῆρχε πάντως τό 1716, χρονιά πού τόν ἀγόρασε ὁ ἡγούμενος καί κτήτορας τῆς Μονῆς Προφήτου ᾿Ηλιού Γαβριήλ Μπελώνιας, ὁ ὁποῖος ἀνήγειρε καί τίς τρεῖς ἐκκλησίες τοῦ Μέσα Βουνοῦ (῞Αγιος Στέφανος, Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου, Παναγία Κατευχιανή), γιά νά τόν προσαρτήσει στή Μονή. Εἶναι σκαλισμένος ἐξ ὁλοκλήρου μέσα σέ βράχο καί ἔχει τετραγωνική περίπου κάτοψη. Τό ῾Ιερό εἶναι ὑπερυψωμένο κατά δύο βαθμίδες. ῾Η ῾Αγία Τράπεζα ἀποτελεῖται ἀπό ἕνα δωρικό κιονόκρανο. Στήν ἀριστερή γωνία τοῦ ῾Ιεροῦ ὑπάρχει κτιστό βάθρο, πού χρησιμεύει ὡς πρόθεση. Τό τέμπλο εἶναι κατασκευασμένο ἀπό ὑφαίστειους λίθους.Τά δύο αὐτά ἐξωκκλήσια (῞Αγιος Στέφανος καί Χριστουλάκι) κατασκευάσθηκαν ὅταν τά κτήματα τῆς περιοχῆς ἀγόρασε ὁ κτήτορας τῆς Μονῆς Γαβριήλ Μπελώνιας ἀπό τόν Ματθαῖο Λαγκαδᾶ, στίς 25 ᾿Οκτωβρίου 1716, μέ τό ποσό τῶν 35 ρεαλίων, ὅπως ἀναγράφεται στόν Α´ Κώδικα τῆς Μονῆς.
Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος (Χριστουλάκι)
Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου
Βρίσκεται σχεδόν στό κέντρο τοῦ Μέσα Βουνοῦ, κάτω ἀπό τήν ἀρχαία πόλη καί εἶναι θεμελιωμένος ἐπάνω σέ ἐρείπια ἀρχαίου ῾Ηρώου. ᾿Αρχιερατικό Γράμμα τοῦ Ζαχαρία Γύζη, πού ἐκδόθηκε τό 1707, ἀναφέρει ὅτι πρόκειται νά κτισθεῖ ναός μέ κελιά. ῾Ο ναός αὐτός κτίσθηκε ἀργότερα, ἀπό τόν ἱεροδιάκονο Παρθένιο Σιγάλα, γιό τοῦ ᾿Ιωάννη Σιγάλα, γιά νά χρησιμοποιηθεῖ ὡς μονύδριο. ᾿Αργότερα, ἐπί ἡγουμένου Γαβριήλ Μπελώνια, περιῆλθε στή Μονή ἀντί πέντε ρεαλίων, μέ ὅλη τήν κτηματική του περιουσία. ῾Υπάγεται στόν τύπο τῶν μονόκλιτων καμαροσκεπῶν βασιλικῶν. ῾Η εἴσοδος βρίσκεται στή νότια πλευρά. Πλευρικά ἐφάπτεται μέ οἰκίσκο, ὅπου λέγεται ὅτι διέμεναν οἱ μοναχοί. Τόσο ὁ ναός ὅσο καί τό πλευρικό κτήριο εἶναι κατασκευασμένα ἀπό λαξευτά ἀρχαία μαρμάρινα ἀρχιτεκτονικά μέλη.
Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου
Ζωοδόχος Πηγή
᾿Ανεβαίνοντας δυτικά ἀπό τό Καμάρι τό μονοπάτι πρός τό Μέσα Βουνό, πού ὁδηγεῖ στήν ἀρχαία Θήρα, συναντοῦμε, σέ ὑψόμετρο 190 μ., τόν ναό τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. ῾Ο ναός ὑπάγεται στόν συνηθισμένο τύπο τῶν μονόκλιτων καμαροσκεπῶν βασιλικῶν. Στή βόρεια πλευρά του ὁ ναός στηρίζεται ἐπάνω σέ ψηλούς βράχους, ἐνῶ περιβάλλεται ἀπό τεράστιους ὀγκόλιθους καί μοιάζει σάν νά ἐκφύεται μέσα ἀπό μιά σχισμή τους. ῾Υποστηρίζεται ὅτι κτίστηκε μεταξύ τοῦ 1825-1834 ἀπό τούς ἀσκητές τοῦ μονυδρίου τοῦ Μέσα Βουνοῦ. Δίπλα στόν ναό ὑπάρχει τό στόμιο εὐρύχωρου σπηλαίου μέ σταλακτίτες καί τρεχούμενο νερό, πού λέγεται ἁγίασμα. Τό σπήλαιο ἐκτείνεται ὁριζόντια σέ ἀρκετό βάθος καί ἀποτελεῖται ἀπό δύο κοιλότητες. ῾Ο ναός φαίνεται πώς ἔλαβε τήν ὀνομασία του ἀπό τό γειτονικό σπήλαιο μέ τό πηγαῖο νερό. Τό νερό, τό μοναδικό τρεχούμενο τοῦ νησιοῦ, πέφτει μέσα σέ λίθινες λεκάνες συλλογῆς. ῾Η σπηλιά ἔχει μῆκος 25 μ., πλάτος 3-6 μ. καί ὕψος 5-8 μ. ῾Υποστηρίζεται ἡ γνώμη ὅτι πρόκειται γιά κρύπτη τῶν χριστιανῶν κατά τήν περίοδο τῶν διωγμῶν. Στό βάθος τοῦ σπηλαίου ὑπάρχει μικρό ἄνοιγμα, πού μπορεῖ νά τό περάσει κανείς ἕρποντας. Στήν ἄλλη πλευρά βρίσκεται μικρό τετράγωνο σπήλαιο, ὕψους ἑνός μέτρου, ὅπου ἐπίσης ὑπάρχει τρεχούμενο νερό. Πάνω ἀπό τήν Ζωοδόχο Πηγή, δεξιά, βρίσκεται ἄλλο μεγάλο σπήλαιο, τό ὁποῖο φέρει ἑλικοειδῆ σκοτεινά διαμερίσματα. Τό ἔτος 1903 ἤ 1904 ἦλθαν ἀπό τό Λαύριο ἐπιστάτες τῆς Γαλλικῆς ῾Εταιρείας, μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Νικόλαος Κοζάος ἀπό τό ᾿Εμπορεῖο, γιά νά ἐρευνήσουν τήν ὕπαρξη ἀρχαίου μεταλλείου. Κατά τήν γνώμη τους ὄντως ὑπῆρχε μεταλλεῖο, τό ὁποῖο ἐκμεταλλεύονταν οἱ κάτοικοι τῆς ἀρχαίας Θήρας.
Περί τῆς ῾Ιερᾶς Σκήτης
῾Ο ἱερομόναχος τῆς Μονῆς τοῦ Προφήτη ᾿Ηλία Πορφύριος ἤ κατά κόσμον Σάββας Μηνδρινός, ἀπό τή Γωνιά, κατόπιν ἀδείας τοῦ ἡγουμένου Γερασίμου Μαυρομμάτη, βοηθοῦσε τόν πατέρα του, ὁ ὁποῖος καλλιεργοῦσε τά κτήματα τῆς Μονῆς. ῎Εμενε μαζί του σέ οἴκημα τῆς Μονῆς στό ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅπου τελοῦσε καί τίς διάφορες ἀκολουθίες. Παράλληλα, κατά τό ἔτος 1825, στό μετόχι τοῦ Προφήτη ᾿Ηλία ῞Αγιος ᾿Ιωάννης, στόν Μονόλιθο τῆς κοινότητας Μεσαριᾶς, ἀσκήτευε ὁ μοναχός Μακάριος Στεφανάκης ἀπό τήν Κρήτη μαζί μέ τόν ἁγιορείτη μοναχό ᾿Αγάπιο Μεταξᾶ ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. ῾Ο ᾿Αγάπιος Μεταξᾶς εἶχε φτάσει στό νησί τό 1822. Οἱ δύο μοναχοί ἀνῆκαν στούς Κολυβάδες καί ἦταν ἰδιαίτερα σεβαστοί ἀπό ὁλόκληρο τό νησί. ῾Η δυσκολία τῶν πιστῶν νά μεταβαίνουν στό Μονόλιθο γιά τίς συχνές καί μακρές ἀκολουθίες, ὁδήγησε στή μεταφορά τους στόν ναό τῆς Μεταμορφώσεως τῆς Γωνιᾶς. Συγχρόνως, οἱ δύο μοναχοί ἐπιθυμοῦσαν νά ἱδρύσουν ἀσκητήριο στό Μέσα Βουνό. Πράγματι, μέσα σέ δύο χρόνια τό κατόρθωσαν, χάρη στίς συνδρομές τῶν κατοίκων τοῦ νησιοῦ καί τούς ἐράνους στήν ᾿Αμοργό, Πάρο, Σύρο καί ῞Υδρα. Γιά τήν κατασκευή τῆς Σκήτης μαζί μέ τούς κτίστες ἐργάσθηκαν καί οἱ ἴδιοι, καθώς καί μοναχοί ἀπό τόν Προφήτη ᾿Ηλία, ἰδίως ὁ μοναχός ᾿Ιωάσαφ Πατινιώτης ἀπό τήν ᾿Αστυπάλαια. ῾Η Σκήτη αὐτή βρισκόταν στό ἀπόκρημνο ἄκρο τοῦ ἀνατολικοῦ μέρους τοῦ βουνοῦ, στή θέση «Κιόνι». Εἶχε τριγωνικό σχῆμα, στενό διάδρομο καί μικρά διαμερίσματα, πού κατέληγαν σέ πολύ στενά κελιά. Σ’ αὐτήν ὁδηγοῦσε στενό μονοπάτι, πού εἶχε στό ἄκρο του ξύλινο σταυρό, γνώρισμα τῆς Σκήτης. ῾Ο σταυρός αὐτός διατηρήθηκε μέχρι τό 1897. Στό ὑπόμνημα τοῦ ᾿Αντωνίου Ν. Σιγάλα περιγράφεται ἡ ἱστορία καί ἡ τοπογραφία τοῦ ἀσκητηρίου (ἐφημ. «῎Εθνος», 15-8-1947)· «᾿Απὸ τοῦδε ἤρξαντο συγκαλεῖν ἅπαξ τοῦ μηνός, εἶτα δὲ κατ’ εὐδομάδα εἰς τὸ Καμάριον τοὺς κατηχουμένους καὶ νὰ ποιοῦσι ὁλονυκτίους ἀγρυπνίας κατὰ τὰς ὁποίας ὄφειλον ἅπαντες νὰ ἱερουργηθῶσι καὶ νὰ μεταδοθῶσι τῶν ἀχράντων μυστηρίων. ᾿Εν τῇ ἐποχῇ ταύτῃ ἤρξαντο οἰκοδομεῖν καὶ τὸ ᾿Ασκητήριον εἰς τόπον ἄβατον καὶ κρημνώδη ἄνωθεν τοῦ ὁρμίσκου ‘‘Κιόνι”, καλουμένου, δι’ οὗ μετεκόμιζον ἅπαν τὸ ὑλικὸν τῆς οἰκοδομῆς σύροντες αὐτὸ διὰ σχοινίων καὶ μακαράδων εἰς τὸν τόπον τῆς οἰκοδομῆς. ῾Η οἰκοδομὴ ἐτελειώθη μετὰ δύω ἔτη δαπανηθεῖσαι δραχμαὶ ὡς ἔγγιστα ἑκατὸν χιλιάδες. ῏Ητο δὲ περιστοιχισμένη μὲ τείχη ὑψηλὰ ὡς φρούριον περιέχουσα ὀλίγιστα δωμάτια χωρητικότητος ἑνὸς μόνου ἀνθρώπου, ἄνευ ἐπίπλων ἢ σκευῶν, μίαν ἀποθήκην ἐν ᾗ δύναται νὰ εὕρῃ τίς πᾶν ὅ,τι ζητήσει, μίαν δεξαμενὴν ἧς τὸ ὕδωρ διέρχεται διὰ σωλήνων εἰς τὰ ὄρη. Εἰς δὲ τὰς χαραμὰς τῶν λίθων εἶχον φυτεύσει διάφορα ἄνθη, ὑπῆρχεν ἐπίσης ἐν αὐτῇ ἰδιαίτερον δωμάτιον περιέχον εἰς τοὺς τοίχους διαφόρους χαλκογραφίας ἁγίων εἰκόνων καὶ ἕνα δίσκον μὲ ἀντίδωρον, ἅπασα δὲ ἡ οἰκοδομὴ ἐκλείετο ὑπὸ σιδηρᾶς θύρας μικρᾶς δι’ ἧς ὁ εἰσερχόμενος ὤφειλε νὰ κλίνῃ τὸ σῶμα διὰ νὰ εἰσέλθῃ. ᾿Εκατεσκεύασαν δὲ καὶ πολυδάπανον ὁδὸν ἀπὸ τὸ Καμάριον μέχρι τοῦ ᾿Ασκητηρίου, ἀποστάσεως ἡμισείας ὥρας, ἐφ’ ἧς ἔθεσαν σημεῖον Σταυροῦ μέχρι τοῦ ὁποίου ἐπετρέπετο εἰς πάντα ἕκαστον νὰ προχωρήσῃ...». Μετά τήν ἀποπεράτωση τοῦ ᾿Ασκητηρίου στό Μέσα Βουνό, ἔκτισαν στή Γωνιά ἕνα ἄλλο, μικρότερο, ὅπου μόναζαν γυναῖκες. Τόν Μάρτιο τοῦ 1844 ἀπεβίωσε ὁ μοναχός ᾿Αγάπιος Μεταξᾶς, ὁ ὁποῖος προεῖδε τόν θάνατό του ἕνα δεκαήμερο νωρίτερα καί ἑτοίμασε τόν τάφο του. Τά πνευματικά του παιδιά, ἀφοῦ τόν ἔθαψαν στό σημεῖο πού τούς εἶχε ὑποδείξει, ἔδωσαν ἐντολή στόν ἁγιογράφο Μερκούριο Σιγάλα, ἀπό τό ᾿Εμπορεῖο, νά κατασκευάσει δύο εἰκόνες του. Τήν μία τήν τοποθέτησαν στόν τάφο του, τήν ἄλλη στήν ἐκκλησία τοῦ ῾Αγίου Νικολάου στό Καμάρι. Μετά τρία ἔτη ἀπό τόν θάνατό του ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων ἀπό τόν ἀντιπρόσωπο τῆς Μονῆς ῞Υδρας Κυπριανό Ντακουτρό, ὁ ὁποῖος ἦλθε γι’ αὐτόν τόν λόγο. Μετέφερε τά ὀστά τοῦ ᾿Αγαπίου στήν ῞Υδρα, ἐπειδή ἦταν ἀδελφός τῆς Μονῆς. Μετά τόν θάνατο τοῦ ᾿Αγαπίου, ὁ Πορφύριος κλήθηκε νά ἱερουργεῖ στόν ναό τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Περίσσας. Τό 1845 ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Κυκλάδων Δανιήλ μετέβη στήν Θήρα καί ἔμαθε τά σχετικά μέ τούς Κολυβάδες. Ζήτησε ἀπό τόν Πορφύριο νά ἀποκηρύξει τίς δοξασίες του, ἀλλά ἐκεῖνος ἀρνήθηκε. Κατόπιν τούτου ὁ Δανιήλ ὑπέβαλε ἀναφορά στήν ῾Ιερά Σύνοδο, ἡ ὁποία τόν δίκασε ἐρήμην, καταδικάζοντάς τον σέ ἐξορία στή Σκιάθο, ὅπου καί ἀπεβίωσε στίς 26 Μαρτίου 1852.
Ἱερά Σκήτη τῶν Κολλυβάδων Πατέρων
Τό μετόχι τῆς Παναγίας Καλαμιωτίσσης στήν ᾿Ανάφη
῾Ο ναός εἶναι ἀφιερωμένος στό Γενέθλιο τῆς Θεοτόκου καί φέρει τήν ἐπωνυμία «Καλαμιώτισσα», ἐπειδή βρίσκεται στό ὄρος Κάλαμος τῆς ᾿Ανάφης. Κατά τήν τοπική παράδοση ὀνομάζεται ἔτσι γιατί ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου βρέθηκε σέ κορυφή βράχου, ἀναρτημένη ἐπάνω σέ καλάμι. ᾿Επειδή ἡ Θεοτόκος ἤθελε νά κτιστεῖ ἐκεῖ τό μοναστήρι της μετέφερε τήν νύχτα τά ἐργαλεῖα τῶν ἐργατῶν πού ἔκτιζαν τήν ἐκκλησία. ῎Ετσι τό μοναστήρι οἰκοδομήθηκε στήν κορυφή τοῦ βράχου, ὕψους 460 μ. Τό καθολικό εἶναι ἕνας μονόχωρος τρουλαῖος ναός μέ ὑψηλές ἀναλογίες, ὀκτάπλευρο ἐξωτερικά τύμπανο τρούλου, εὐρεία ἡμικυκλική ἁψίδα ἱεροῦ καί δίτοξο νεοκλασικό καμπαναριό. Τό καθολικό σώζει ἐσωτερικά ξυλόγλυπτο τέμπλο τοῦ 18ου αἰώνα. Τήν μονή ἐπισκέφθηκε περί τό 1700 ὁ Γάλλος περιηγητής Τουρνεφόρ, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει τήν τοποθεσία ὡς μία ἀπό τίς τρομερότερες τοῦ κόσμου. Πρῶτος μοναχός ἔγινε κάποιος ἐμποροπλοίαρχος ἀπό τήν Οἴα, ὁ ὁποῖος σώθηκε ἐπικαλούμενος τήν Παναγία καί ὑποσχέθηκε νά τήν διακονήσει.
Στήν κορυφή τοῦ ὄρους Κάλαμος διακρίνεται ἡ παλαιά Μονή. Μία ἀπό τις τρομερότερες τοποθεσίες τοῦ κόσμου...
Το καθολικό τῆς Παλαιάς Μονῆς Καλαμιωτίσσης Ἀνάφης
Μετά ἀπό λίγο χρόνο πῆγε καί ὁ ἀδελφός του. ῎Εμειναν ἔξω ἀπό τήν Καλαμιώτισσα σέ δύο κελιά, ἐνῶ ἔκτισαν ἄλλα δύο καί ἀνακαίνισαν τήν ὑπάρχουσα δεξαμενή. Στόν τοῖχο ἑνός κελιοῦ, ἀπέναντι ἀπό τόν ναό, ὑπῆρχε ἐντοιχισμένη μικρή πλάκα μέ ἐγχάρακτη ἐπιγραφή· «Οἴᾳ τῆς Θήρας 1715 ᾿Αδελφοὶ Μοναχοὶ ᾿Αγάπιος καὶ Μελέτιος». ᾿Εκλάπη τό 2003.
Τό 1751, κατόπιν πατριαρχικοῦ Σιγιλλίου τοῦ Σωφρονίου ἀπό τά ῾Ιεροσόλυμα (1774-1780), ἡ Μονή ἀνακηρύσσεται Πατριαρχικό Σταυροπήγιο. Τά σταυροπηγιακά του δίκαια ἀνανεώνονται τό 1798 ἀπό τόν πατριάρχη Γρηγόριο Ε´.
Κυρία Καλαμιώτισσα. Καθολικό Νέας Μονῆς.
῾Η δυσκολία πρόσβασης λόγω τοῦ ἀποτόμου τῆς περιοχῆς, σύν τῶ χρόνω, ἔγινε αἰτία ἐρήμωσης τῆς Μονῆς, πού μεταφέρθηκε στή σημερινή της θέση, σέ ἐπίπεδο ἔδαφος καί στόν αὔλιο χῶρο τοῦ ἱεροῦ τοῦ Αἰγλήτου ᾿Απόλλωνος.
Νέα Μονή Καλαμιωτίσσης Ἀνάφης
῾Ο ναός οἰκοδομήθηκε τό 1850, ἀπό τόν ἡγούμενο Μακάριο ᾿Αρβανίτη ἤ Μαῦρο, ἀπό τήν ᾿Ανάφη. Πρόκειται γιά μονόχωρο τρουλαῖο ναό μέ νεότερο πολύτοξο καμπαναριό στή δυτική πρόσοψη. ᾿Εσωτερικά διασώζει ζωγραφικό καί ξυλόγλυπτο τέμπλο τοῦ 19ου αἰώνα. Οἱ περισσότερες εἰκόνες εἶναι ἔργα τοῦ Νικολάου Καραβία, ἀπό τό δεύτερο μισό ἐπίσης τοῦ 19ου αἰώνα. ᾿Ανάμεσα σ’ αὐτές καί ἡ σαφῶς πρωιμότερη τῆς Παναγίας Καλαμιωτίσσης μέ τήν ἀργυρεπίχρυση ἐπένδυση.
῾Η νέα μονή ὅμως ἐρημώθηκε κι αὐτή καί ὁ ἡγούμενός της ᾿Αγάπιος Σιγάλας παρέμεινε ἐκεῖ γιά πολλά χρόνια ἐλπίζοντας στή μετάβαση μοναχῶν. ᾿Εξαιτίας τῆς λειψανδρίας κατέστη ἀναπόφευκτη ἡ ἀνάγκη ἔνταξής της στόν Προφήτη ᾿Ηλία στή Θήρα. ῾Η ἔνταξή της ὡς μετόχι ἔγινε στίς 30 ᾿Απριλίου 1930 καί καταχωρήθηκε στό ΦΕΚ 144/7-5-1930. ᾿Από τότε ἀποτελεῖ μετόχι τῆς Μονῆς Προφήτου ᾿Ηλιού Θήρας καί ἐποπτεύεται ἀπό αὐτήν.
᾿Αριστερά τῆς νέας Μονῆς βρίσκεται ὁ ναός τοῦ ῾Αγίου Μακαρίου καί ἀπό κάτω ὁ παλαιός ναός τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, ὁ ὁποῖος χρησίμευε καί ὡς δεύτερο Καθολικό. Τώρα εἶναι ἀφιερωμένος στούς ἁγίους μάρτυρες ᾿Απόλλωνα καί Σωκράτη.
Τό τέμπλο του Καθολικοῦ τῆς τῆς νέας μονῆς Καλαμιωτίσσης.
Ἐξωτερική ἄποψη τοῦ καθολικοῦ τῆς νέας μονῆς Καλαμιωτίσσης.
῎Εξω ἀπό τή Μονή, βόρεια, δεσπόζει τό ἐκκλησάκι τοῦ ῾Αγίου Νεκταρίου, σέ θέση ὅπου παλαιότερα ὑπῆρχε ἀνεμόμυλος. Κτίσθηκε τό 1970 ἀπό τόν προηγούμενο ᾿Ιωάννη ᾿Αρβανίτη. ᾿Ακόμη, στά ὅρια τῶν κτημάτων τῆς Μονῆς καί σέ ἀπόσταση 2 χλμ. βρίσκεται τό ἐκκλησάκι τῶν ῾Αγίων ᾿Αναργύρων, ἐνῶ στήν ὀρεινή βορειοδυτική πλευρά της ὁ ῞Αγιος Μάμας.
Παρεκκλήσιον Ἁγίων Ἀναργύρων
Παρεκκλήσιον Ἁγίου Νεκταρίου