Ο γερώ- Γαβριήλ ο Αγιοπαυλίτης ήταν Κωνσταντινουπολίτης και
ήξερε φαρμακευτική, γι’ αυτό του έδωσαν το διακόνημα του νοσοκόμου. Δεν
φαινόταν ιδιαίτερα ευλαβής και αγωνιστής , αλλά είχε κρυφή ζωή. Κάποτε ο γέρω-
Γαβριήλ, που ήταν μορφωμένος, λογόφερε μ’ έναν αγράμματο αδελφό. Την άλλη μέρα
είχε θεία μετάληψη. Το πρωί σιγά-σιγά με το μπαστουνάκι του πήγε στο κελλί του
αδελφού και βάζοντας εξωτερική και εσωτερική μετάνοια ζήτησε συγχώρεση και ας είχε
δίκαιο.
Όταν εκοιμήθη ο γέρω- Γαβριήλ, πήγαν να του διαβάσουν
Τρισάγιο ο νυν παπά-Σοφρώνιος, που τότε ήταν διάκονος, με τον ιερέα. Μέσα τους αισθάνονταν
ένα ευχάριστο συναίσθημα, μία μεγάλη χαρά. Ο γέρω- Μητροφάνης, που ήταν γηροκόμος,
έπλενε τις κουβέρτες του οι οποίες ευωδίαζαν. και μετά το πλύσιμο για σαράντα
μέρες συνέχιζαν να ευωδιάζουν.
Ο Ηγούμενος παπα- Ανδρέας
έδωσε την εξής εξήγηση: «Αυτή η ευωδία φανέρωσε την πολλή αγάπη του γέρω-
Γαβριήλ. Ήταν νοσοκόμος, ανέπαυε τους ασθενείς πατέρες και τους περιποιόταν
πολύ. Κάθε τόσο πήγαινε να δη τι κάνουν, αν έχουν καμιά ανάγκη. Είχε μεγάλη αυταπάρνηση
στην διακονία του. Θυσιαζόταν για τους αδελφούς του. Όταν
έπεφτε κάποια επιδημία και είχε πολλούς αρρώστους στο Νοσοκομείο, μάτι δεν
έκλεινε για μέρες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου