Όταν κάποτε η Αλεξάνδρα Κοντσέβιτς τον ρώτησε πώς να προσεύχεται τη συμβούλεψε:
Να προσεύχεσθε απλά: «Ώ, Κύριε, δώσε μου την χάρη Σου!». Ένα σύννεφο από λύπες και βάσανα μπορεί να έρθει εναντίον σας, αλλά εσείς μόνο να προσεύχεσθε, «Ω, Κύριε, δώσε μου την χάρη Σου!», και ο Κύριος θ’ απομακρύνει την θύελλα.Όταν είσαι λυπημένος, αποθαρρυμένος και βρίσκεσαι μέσα σε μεγάλους πειρασμούς, να επαναλαμβάνεις μόνο αυτά τα λόγια: «Ω Κύριε, βοήθησε, ελέησέ και σώσε τον δούλο σου!».
Ότι κι αν κάνεις, ή κάθεσαι ή περπατάς ή εργάζεσαι, να λες πάντα με την καρδιά σου: «Κύριε ελέησον»! Όταν παρουσιάζονται βάσανα και δεν έχεις δύναμη να τα υποφέρεις, τότε να στρέφεσαι με όλη σου την καρδιά προς τον Κύριο, προς την Θεομήτορα, προς τον άγιο Νικόλαο, προς τον Άγιο του οποίου έχεις το όνομα και θ’ ανακουφισθείς από τα βάσανα.
Κάποτε η Ν. Παυλόβιτς είπε στον Γέροντα ότι μερικές φορές αισθανόταν φόβο, συχνά χωρίς λόγο.
Ο στάρετς Νεκτάριος της είπε: Απλώς σταύρωσε τα χέρια σου στο στήθος σου κι επανάλαβε τρεις φορές, «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία….» και θα περάσει. Κι έτσι γινόταν.
Κάποτε, ένας γέρος άμαξας πού ονομαζόταν Τιμόθεος, γονάτισε μπροστά στον Στάρετς με το πρόσωπο αλλοιωμένο από πίστη, μετάνοια κι ελπίδα.
– Μπάτιουσκα, είπε, δώσε μου πνευματική καθοδήγηση, ώστε ή δική σου φλόγα να θερμάνει την παγωμένη ψυχή μου, για να αναζωπυρωθεί και να βαδίζει με θερμό ζήλο στον ουράνιο δρόμο.
Και μετά απ’ αυτήν την χαριτωμένη κι ευλαβική παράκληση πρόσθεσε απλά:
– Μπάτιουσκα, δεν έχω δάκρυα.
Και ο Γέροντας μ’ ένα υπέροχο χαμόγελο έσκυψε προς αυτόν και είπε:
– Δεν πειράζει, κλαίει η ψυχή σου κι αυτά τα δάκρυα είναι πιο πολύτιμα από τα σωματικά.
Μιαν άλλη φορά δίδασκε: Οι δοκιμασίες του Ιώβ είναι νόμος για κάθε άνθρωπο. Όταν είναι πλούσιος, επιφανής κι επιτυχημένος, ο Θεός δεν συνομιλεί μαζί του. Όταν είναι πάνω σ’ ένα σωρό κοπριά, εγκαταλελειμμένος απ’ όλους, τότε εμφανίζεται ο Θεός και συνομιλεί μαζί του και αυτός μόνο ακούει και κράζει: «Κύριε, ελέησέ με»!
Σύμφωνα με τις αναμνήσεις των πνευματικών τέκνων του, ο Γέροντας προσευχόταν με παιδική πίστη και απλότητα, υψώνοντας μερικές φορές τα χέρια του προς τις εικόνες. Όταν έλεγε το “Πάτερ ημών”, η απαλότητα και η απλότητα στον τόνο της φωνής του ήταν κάτι το εκπληκτικό. Σαν να ήταν ο Κύριος εκεί, ακριβώς δίπλα του, και ο Άγιος να συνομιλούσε μαζί του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου