4 Μαρτίου 2021

π. Σίμων Αρβανίτης: Ο πλανόδιος μανάβης που έγινε Άγιος




Ο μικρός Παναγιώτης που από πλανόδιος μανάβης έγινε Αγιος!


Ο μακαριστός π. Σίμων Αρβανίτης γεννήθηκε το 1901 και καταγόταν από την Τριάδα Ευβοίας. Διέθετε μεγάλη μυϊκή δύναμη και εργαζόταν από 13 ετών, ενώ μελετούσε το Ευαγγέλιο για να ξεκουράζεται. Τα προφητικά λόγια του Αγ. Νεκταρίου όταν τον συνάντησε στο Αγ. Όρος

Ένας από τους πιο αγιασμένους σύγχρονους Γέροντας που έζησαν στον 20ο αιώνα, είναι αναμφισβήτητα ο π. Σίμων Αρβανίτης.

Οι μαρτυρίες γι’ αυτόν είναι πολλές και όλες μιλούν για μια οσιακή μορφή, με μεγάλη δύναμη προσευχής (που συχνά επετέλεσε θαύματα) και πολλή παρρησία ενώπιον του Θεού και των Αγίων Του.

Επικεντρωθήκαμε κυρίως στις μαρτυρίες του βιογράφου του και μαθητή του π. Ζωσιμά, όπως καταγράφονται στο βιβλίο του «Ιερομόναχος Σίμων Αρβανίτης», σε μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί από τον Στέλιο Κούκκο και την φιλόλογο-θεολόγο Κατερίνα Μπαρδάκα, καθώς και από αρκετούς άλλους που τον γνώρισαν. Και με βάση τις μαρτυρίες όλων αυτών, προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε τον βίο ενός πράγματι οσίου ανδρός -για τον οποίον ο Άγιος Πορφύριος είχε πει ότι τέτοια πίστη δεν έχει κανένας άλλος- σίγουρα όχι όσο πράγματι θα του άξιζε, αλλά κατά το μέτρο των περιορισμένων δυνατοτήτων μας.

Ο Γέροντας γεννήθηκε το 1901, την πρώτη Ιανουαρίου και το κοσμικό του όνομα ήταν Παναγιώτης. Οι γονείς του, Αθανάσιος και Κυριακή, με καταγωγή από την Τριάδα Ευβοίας, εγκαταστάθηκαν στη σημερινή Μεταμόρφωση (τότε Κουκουβάουνες) Αττικής και απέκτησαν τέσσερις γιους, δευτερότοκος των οποίων ήταν ο Παναγιώτης.

Όσο μεγάλωνε ο δεύτερος γιος, βοηθούσε την οικογένειά του εργαζόμενος ως πλανώδιος μανάβης ή ως εργάτης σε κτήματα. Προικισμένος με μεγάλη μυϊκή δύναμη, από δεκατριών χρονών σήκωνε σακιά βάρους 80 κιλών και πάνω. Η αγαπημένη του ενασχόληση όταν ξεκουραζόταν, ήταν η μελέτη του Ευαγγελίου. Τα Σάββατα, μόλις τέλειωνε τη δουλειά, πήγαινε στα εξωκκλήσια για προσευχή και μελέτη, απέχοντας εντελώς από κάθε τροφή, ως το βράδυ της Κυριακής, οπότε επέστρεφε στο σπίτι του και έτρωγε.

Ο Παναγιώτης είχε επισκεφθεί αρκετές φορές το Άγιον Όρος. Ο ίδιος είχε διηγηθεί σε κάποιον ευσεβή χριστιανό ότι σε ηλικία 16 ετών είχε επισκεφθεί με κάποιον φίλο του τα Καυσοκαλύβια, όπου βρήκαν τους πατέρες να προετοιμάζονται για να υποδεχθούν τον Μητροπολίτη Πενταπόλεως Νεκτάριο Κεφαλά! Ο μεγάλος θαυματουργός Άγιος έφτασε στα Καυσοκαλύβια και οι πατέρες, ο ένας μετά τον άλλον, έπαιρναν ευλαβικά την ευχή του. Ακολούθησαν και οι προσκυνητές.

Όταν ήρθε και η σειρά του Παναγιώτη, ο Αγιος τον κράτησε από το χέρι και του είπε προφητικά: «Εσύ παιδί μου, θα γίνεις Πνευματικός και θα σώσεις ψυχές. Στον άνθρωπο που θα έρχεται και θα λέει για πρώτη φορά την αμαρτία του, μη γνωρίζοντας πως ήταν αμαρτία αυτό που έκανε, να είσαι επιεικής. Αν όμως έρθει και πάλι και συνεχίζει την αμαρτία του, να του φανείς αυστηρός και να τον ελέγξεις».

Το 1925 ο Παναγιώτης έφυγε με δύο φίλους του για την Εύβοια, με την απόφαση να ασκητέψουν. Κλείστηκαν σε μια σπηλιά, με ελάχιστα εφόδια. Οι δύο φίλοι του δεν άντεξαν και αποφάσισαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Όμως ο Παναγιώτης πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Χαραλάμπους στο Αυλωνάρι και κατέφυγε στο σπήλαιο του Αγίου Γρηγορίου.

Παρέμεινε εκεί, εν προσευχή και νηστεία, ώσπου ο τότε Μητροπολίτης τον έκανε μοναχό στον Άγιο Χαράλαμπο και του έδωσε το όνομα Σίμων. Ο π. Σίμων συνέχισε τους υπεράνθρωπους ασκητικούς του αγώνες, ώσπου ο Μητροπολίτης, βλέποντας ότι εξαντλούσε το σώμα και επιβάρυνε την υγεία του, τον διέταξε να μείνει εντός της Μονής, με διακόνημα την καλλιέργεια των κήπων της.

Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ

Το πρώτο δείγμα της μεγάλης δύναμης της προσευχής του, φάνηκε όταν κάποιο παιδί που τον βοηθούσε στους κήπους αρρώστησε βαριά. Μόλις το πληροφορήθηκε ο π. Σίμων έφυγε για το βουνό για να προσευχηθεί γι’ αυτό. Όπως δεν πρόλαβε να απομακρυνθεί και οι πατέρες του φώναξαν να επιστρέψει, γιατί το παιδί είχε ήδη θεραπευτεί!

Ο Μητροπολίτης, βλέποντας τις αρετές του και παρά τις αντιρρήσεις του ιδίου, τον χειροτόνησε ιερέα. Στα νέα του καθήκοντα ο π. Σίμων εξυπηρετούσε πολλές εκκλησίες της περιοχής. Ακόμα και όταν ο χειμώνας ήταν βαρύς και το χιόνι απέκλειε τους δρόμους, εκείνος δεν διανοείτο να αφήσει αλειτούργητες τις εκκλησίες των χωριών και έσπευδε κάθε Κυριακή, ακόμα και υπό τις πλέον αντίξοες συνθήκες, για να τελέσει τη Θεία Λειτουργία.

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Στα χρόνια της Κατοχής, ο π. Σίμων είχε οριστεί Πνευματικός στη Μονή της Μεταμορφώσεως, κοντά στην οποία βρίσκεται ένα μικρό εξωκκλήσι, αφιερωμένο στους Παμμέγιστους Ταξιάρχες. Το 1943, παραμονή της πανηγύρεως, είχε συρρεύσει πλήθος κόσμου για τη γιορτή, σε μια εποχή που η πείνα καταδυνάστευε το λαό και η ιδέα για φαγητό στο πανηγύρι έμοιαζε όνειρο. Το μόνο φαγώσιμο που υπήρχε, ήταν ένα τσουβάλι κρεμμύδια. Ωστόσο ο π. Σίμων, σπλαχνιζόμενος τον πεινασμένο λαό, κατά μίμηση του Δεσπότου Χριστού, και με πίστη ακλόνητη στην πρόνοια του Θεού, έδωσε εντολή να καθαρίσουν όλα τα κρεμμύδια και βυθίστηκε στην προσευχή. Και ξαφνικά, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των προσκυνητών, κατέφθασε από τη βουνοπλαγιά ένας τεράστιος λαγός και μπήκε μόνος του στο μαγειρείο! Και οι προσκυνητές, όπως ακριβώς στο θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων, «ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν», και περίσσεψε και για το μοναστήρι.

Τα προβλήματα όρασης, η ανέγερση της Μονής του Αγ. Παντελεήμονα, και οι θαυματουργικές επεμβάσεις του


«Είναι θαύμα πώς τόσο μεγάλο έργο κόστισε τόσο λίγο», έλεγε ο εργολάβος του μοναστηριού

Το 1946 παρουσιάστηκαν προβλήματα στα μάτια του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κύμη. Αναλαμβάνοντας καθήκοντα εφημερίου στην ενορία της Αγίας Βαρβάρας, διεπίστωσε ότι ο ναός ήταν μικρός για να χωρέσει όλους τους πιστούς και αποφάσισε να κτίσει μεγαλύτερο. Η εποχή ήταν δύσκολη και η συγκέντρωση χρημάτων δυσχερής. Ωστόσο η ίδια η Αγία τον ενθάρρυνε να συνεχίσει, υποσχόμενη την βοήθειά της. Και πράγματι, κάθε φορά που τα χρήματα τελείωναν, εμφανίζονταν «από το πουθενά» διάφοροι δωρητές που προσέφεραν τα ποσά που χρειάζονταν για τη συνέχιση των εργασιών.

Όταν το έργο ολοκληρώθηκε και ενώ το πρόβλημα με την όρασή του επιδεινωνόταν συνεχώς, ο π. Σίμων υπέβαλε την παραίτησή του από τη θέση του εφημερίου και άρχισε να αναζητά χώρο για την ίδρυση μοναστηριού.

Μετά από επίμονη αναζήτηση, ο π. Σίμων κατέληξε στο εξωκκλήσι του Αγίου Παντελεήμονος στον Κοκκιναρά, που ανήκε στη Μονή Πετράκη, με συγκατάθεση του τότε Ηγουμένου της, π. Χαραλάμπους Βασιλοπούλου. Τα πρώτα κτίσματα ήταν ένα κελλί, ένας αχυρώνας κι ένας φούρνος. Όμως από την αρχή των εργασιών ο πειρασμός εμφανίστηκε στον Γέροντα και του δήλωσε ότι θα τον πολεμούσε μέχρις εσχάτων, για να μη γίνει το μοναστήρι. Και πράγματι, τα προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται το ένα μετά το άλλο. Ωστόσο, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, με τη βοήθεια των πνευματικών του τέκνων στις εργασίες, τα πρώτα εκείνα κτίσματα ολοκληρώθηκαν και κτίστηκαν και τα κελλιά των μοναχών και ο ξενώνας.

Ο εργολάβος που ανέλαβε το έργο, μαρτυρεί ότι οι αντιξοότητες ήταν πολλές: δεν βρίσκονταν εργάτες να δουλέψουν τόσο μακρυά και τα χρήματα που είχαν στη διάθεσή τους ήταν 50000 δραχμές. Όμως η Αγία Βαρβάρα του εμφανίστηκε σε ενύπνιο και του υποσχέθηκε να τον βοηθήσει. Πράγματι, την επομένη βρέθηκαν οι εργάτες. Όταν έριχναν την πλάκα και ετοίμασαν το μισό αστάρωμα, διαπίστωσαν ότι τελείωσε το νερό που έπαιρναν από ένα πηγαδάκι που είχε ανοίξει ο Γέροντας σε γούρνα. Εξέθεσαν το πρόβλημα στον π. Σίμωνα και εκείνος τους διαβεβαίωσε ότι μετά το φαγητό θα ερχόταν και νερό. Και πράγματι, λέει ο εργολάβος, ενώ ήταν καλοκαιρία, κατά τη διάρκεια του φαγητού ξέσπασε μια δυνατή χαλαζόπτωση και γέμισε με νερό έναν λάκκο βάθους δυόμισι μέτρων. Όταν ολοκληρώθηκε ο ξενώνας, το ποσό που είχε ξοδευτεί ήταν 49500 δρχ. και άλλα τόσα ήταν τα χρήματα που πλήρωσε για τα υλικά ο π. Σίμων. «Είναι θαύμα πώς τόσο μεγάλο έργο κόστισε τόσο λίγο», έλεγε ο εργολάβος.

ΠΛΗΘΟΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ

Και το μοναστήρι έγινε, σε πείσμα του αντικειμένου. Και οι προσκυνητές άρχισαν να συρρέουν. Οι μοναχοί καλλιεργούσαν διάφορα κηπουρικά και ο Γέροντας, που ήταν πολύ φιλόξενος, επέμενε όλοι οι προσκυνητές να παίρνουν κάτι για ευλογία. Τα τρόφιμα δεν έλειψαν ποτέ από το μοναστήρι, ενώ το χάρισμα της φιλοξενίας του Γέροντα και η προθυμία του να βοηθάει όσους τον πλησίαζαν, έγιναν αιτία να προσέρχεται πλήθος προσκυνητών.

Όπως μαρτυρεί ο μαθητής και βιογράφος του π. Ζωσιμάς: «Πολλές φορές ενώ κοιμόμουν κοντά του για να τον προσέχω, επειδή δεν έβλεπε πλέον, τον άκουγα να μιλάει. Όταν τον ρωτούσα με ποιόν μιλούσε μου έλεγε:– Νομίζεις ότι κοιμάμαι; Πολύς κόσμος έρχεται όλη την νύχτα. Και άλλη φορά μια κυρία μου είπε ότι το προηγούμενο βράδυ επικαλέστηκε τον Γέροντα για κάποιο πρόβλημά της και εκείνος μπήκε στο σπίτι της, της έδωσε την λύση και χάθηκε. Εγώ της είπα ότι δεν είναι δυνατόν να συνέβη αυτό, γιατί κλειδώνω το κελλί το βράδυ και κρατάω το κλειδί ώστε να αναγκάζεται ο Γέροντας να με ξυπνάει και να τον συνοδεύω έξω για να μην χτυπήσει, αφού δεν βλέπει. Τότε ο Γέροντας φωνάζει από το κελλί του:– Ζωσιμά, εσύ πές ό,τι θέλεις. Εγώ το βράδυ φεύγω απ’ εδώ».

Ο ηγούμενος της Μονής Αγίου Βαρνάβα της Κύπρου, ο όσιος Γέροντας Γαβριήλ, είχε φιλοξενηθεί για κάποιο διάστημα στο μοναστήρι και είχε διαπιστώσει τη δύναμη της προσευχής του Γέροντα Σίμωνα και την παρρησία του. Όπως είχε πει χαρακτηριστικά, «δεν έχω ξαναδεί Πατέρα να προσεύχεται έτσι. Λες και είχε τους Αγίους απέναντί του και τους διέταζε: «Κάντε αυτό, κάντε εκείνο, Άγιοι, βοηθείστε τον άνθρωπο». Και θεραπεύονταν εκείνοι οι άνθρωποι!»

ΕΞΗΡΕ ΤΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΙΝΕ ΑΤΑΛΑΝΤΕΥΤΗ ΠΙΣΤΗ

Η υγεία του π. Σίμωνος, μέρα με τα μέρα χειροτέρευε. Έχασε εντελώς την όρασή του, υπεβλήθη σε επέμβαση προστάτη, κοίλης και σκωληκοειδίτιδας. Προέκυψαν ουρολοιμώξεις και αιμορραγίες, ενώ το σώμα του πλήγιαζε. Ωστόσο όλα τα υπέμενε αγόγγυστα και δεν σταμάτησε να εξομολογεί όσους το ζητούσαν.

Στις 4 Μαρτίου του 1988 ο π. Σίμων εγκατέλειψε το φθαρτό σκήνος για να εισέλθει ως καλός εργάτης του Αμπελώνος στην χαρά του Κυρίου του. Ετάφη στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος και υπάρχουν πολλές μαρτυρίες θαυματουργικών επεμβάσεών του σε όσους ζητούν τη βοήθειά του.

Ανάμεσα στις άλλες πνευματικές του νουθεσίες, ο π. Σίμων εξήρε τη σημασία της νηστείας, η οποία όπως έλεγε, αδυνατίζει το σώμα, αλλά κάνει τον άνθρωπο όλο υγεία, δυνατό σαν ατσάλι. Έλεγε σε όλους να έχουν αταλάντευτη πίστη στον Θεό, υπογραμμίζοντας πως και ο ίδιος ό,τι είχε, το είχε με τη δύναμη της πίστεως. Και τόνιζε ότι, για να έχουμε τον Θεό μαζί μας, πρέπει να μην στεναχωρούμε κανένα, ούτε να κάνουμε παρατηρήσεις. Όπως έλεγε εμφαντικά: «η μεγαλύτερη επιστήμη στον άνθρωπο είναι πώς να κάνει το καλό, πώς να σκέπτεται το καλό και πώς να λέει το καλό».

Γιάννης Ζαννής

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”- πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η ΙΕΡΑ ΜΑΣ ΜΟΝΗ ΑΠΟ ΨΗΛΑ!

ΟΜΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ