11 Ιανουαρίου 2012

Οι εμπειρίες των πεντηκοστιανών υπό το φως του εκκλησιαστικού ήθους

Αρχιμ. π. Αυγουστίνου Μύρου,
Δρ. θεολ. ιεροκήρυκας Ι. Μητροπ. Σερβίων & Κοζάνης
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΔΙΑΛΟΓΟΣ" τεύχος 29, 2002


Το εκκλησιαστικό ήθος

    Οι γνήσιες εμπειρίες των αγίων προϋποθέτουν την αληθινή ταπείνωση και την κάθαρση του νου και της καρδίας, αφού ο ίδιος ο Χριστός μακάρισε τους «καθαρούς τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»1, και μας διαβεβαίωσε ότι «ο Θεός ταπεινοίς δίδωσι χάριν»2. Αντίθετα, οι νόθες εμπειρίες ενεργούνται σε πρόσωπα, που αγνοούν ή περιφρονούν τη μυστηριακή κάθαρση του εσωτερικού άνθρωπου και επαναπαύονται σε ένα φαρισαϊκό ηθικιστικό ευσεβισμό.

Στο σημείο αυτό μας είναι αποκαλυπτική η διδασκαλία του Χριστού στην επί του όρους ομιλία σχετικά με τους ψευδοπροφήτες: 


«Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δε είσι λύκοι άρπαγες. Από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς»3. Η εξωτερική τους όψη δίνει την εντύπωση αγαθών και αγίων ανθρώπων. Εάν μάλιστα ήθελε κάποιος να στηριχθή στις χαρισματικές τους εμπειρίες, δεν θα είχε καμμία αμφιβολία ότι πρόκειται για γνήσιους και αληθινούς προφήτες του Θεού. Αυτές εξ άλλου τις εμπειρίες προβάλλουν και οι ίδιοι: «Κύριε, Κύριε, ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλλομεν και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν;». Το αλάνθαστο όμως βλέμμα του Χριστού βλέπει κάτω από την προβιά και τη μάσκα, που φορούν, την αρπακτικότητα του λύκου και αποφαίνεται: «Ου πάς ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ' ο ποιών το θέλημα τον πατρός μου του εν ουρανοίς»4 και «τότε ομολογήσω αυτοίς ότι ουδέποτε έγνων υμάς αποχωρείτε απ' εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν»5.

Οι «καρποί», από τους οποίους, σύμφωνα με τους λόγους του Χριστού, μπορούμε να διακρίνουμε τους γνησίους ανθρώπους του Θεού από τους υποκριτές, δεν είναι ούτε οι υποκειμενικές «εμπειρίες» τους, ούτε η επιφανειακή άσκηση των ποικίλων αρετών, που είναι γνώρισμα και των ευσεβιστών και των οπαδών άλλων θρησκειών και αιρέσεων. Είναι η μαρτυρημένη εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Όμως, το θέλημα του Θεού στην καθολική του άποψη είναι μυστήριο6 και δεν εκφράζεται με την υποκειμενική ερμηνεία των Γραφών και τις αυθαίρετες προσωπικές εμπειρίες, αλλά με την αυθεντική Διδαχή και τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.

Όταν ομιλούμε για εκκλησιαστικό ήθος εννοούμε τον τρόπο της ζωής, που είναι σύμφωνος με το θέλημα του Θεού. Αυτός ο τρόπος ζωής βιώνεται μόνον εάν συνδεθούμε αληθινά με τη ζωή του Χριστού, εάν γίνουμε «Θείας κοινωνοί φύσεως»7.


Όποιος, επομένως, αθετεί τη Διδαχή της Εκκλησίας και δεν συνδέεται μυστηριακά με την ιστορική Εκκλησία δεν μπορεί να έχη και αληθινή ζωή, που είναι η πεμπτουσία του γνησίου εκκλησιαστικού ήθους. Εδώ ισχύει αυτό που αριστοτεχνικά διατύπωσε ο άγιος Ειρηναίος: «Ημών σύμφωνος η γνώμη τη Ευχαριστία και η Ευχαριστία βεβαιοί την γνώμην».8 

Οι γνήσιες εμπειρίες των αγίων δεν ερμηνεύονται ούτε λογικά ούτε ψυχολογικά. Υπερβαίνουν τον λόγο, αλλά και το συναίσθημα. Κινούνται στον χώρο του μυστηρίου. Γι'αυτό και όσοι γεύονται αυτές τις εμπειρίες, δεν εκφράζονται με επιπόλαιους πανηγυρισμούς και θεατρινίστικες λατρευτικές επιδείξεις. Ούτε επιχειρούν να τις μετατρέψουν σε επιχειρήματα, για να πείσουν λογικά τους άλλους ότι βρίσκονται στην αλήθεια. Αντίθετα βιώνουν μυσταγωγικά την εμπειρία που τους χάρισε ο πολυεύσπλαχνος Θεός, εκφράζονται με ιεροπρέπεια και σιωπούν. Έτσι μαρτυρούν την αλήθεια.

Χαρακτηριστική είναι η στάση των τριών μαθητών, που έζησαν από κοντά την εμπειρία της Μεταμορφώσεως του Χριστού, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς: «και αυτοί εσίγησαν και ουδενί απήγγειλαν εν εκείναις ταις ημέραις ουδέν ων εωράκασιν». Συνήθως δε, κρύβουν με επιμέλεια τις πνευματικές τους εμπειρίες, και μόνον σε σπάνιες περιπτώσεις τις δημοσιοποιούν, Έτσι συνέβη με τη Παναγία, η οποία, βλέποντας από κοντά τη θαυμαστή παιδική βιοτή του Χριστού, «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής»10, η με τον απόστολο Παύλο, ο οποίος κρατούσε για δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια μυστικές τις εμπειρίες ουρανίων αποκαλύψεων11. 

Οι νόθες εμπειρίες, αντίθετα, σχετίζονται με την έπαρση, την υποκρισία12 και το πνεύμα της πλάνης, που είναι πνεύμα δαιμονικό, όπως μαρτυρείται στο βιβλίο της Αποκαλύψεως: «Και είδον εκ του στόματος του δράκοντας και εκ τον στόματος τον Θηρίου και εκ τον στόματος του ψευδοπροφήτου πνεύματα τρία ακάθαρτα, ως βάτραχοι, εισί γαρ πνεύματα δαιμονίων ποιούντα σημεία»13. Ή επιτέλεση των σημείων φανερώνει ότι τα παραπάνω πρόσωπα βιώνουν κάποιες «εμπειρίες». Όμως αυτές σίγουρα δεν είναι εμπειρίες του Θεού, αλλά του δαιμονικού πνεύματος. 
Το πνεύμα της πλάνης είναι δυνατόν να υποκρίνεται ακόμη και ότι αναγνωρίζει τους ανθρώπους του Θεού, άλλ' αυτό το κάνει μόνο και μόνο για να εξυπηρετήση τους ιδιοτελείς σκοπούς του. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της παιδίσκης με το πνεύμα πύθωνος, που συνέστηνε τους αποστόλους, όταν πρωτοπήγαν στους Φιλίππους, και έκραζε: «Ούτοι οι άνθρωποι δούλοι του Θεού τον Ύψίστου εισίν, οίτινες καταγγέλουσιν ημίν οδόν σωτηρίας»14. Όμως οι απόστολοι ούτε αναγνώρισαν την «εμπειρία» της, ούτε αξιοποίησαν τη μαρτυρία της, διότι είχαν πλήρη την συναίσθηση ότι δεν λαλεί το Πνεύμα του Θεού, αλλά το δαιμονικό πνεύμα της πλάνης. 
Γίνεται λοιπόν, φανερό ότι οι με γνήσιες εμπειρίες υπερβαίνουν την ανθρώπινη λογική και το συναίσθημα και εμπνέονται μαρτυρημένα από το Άγιο Πνεύμα, ενώ οι νόθες εγκλωβίζονται μέσα στο λογικό και συναισθηματικό πεδίο του ανθρώπου και είναι αποτέλεσμα της επήρειας του πνεύματος της πλάνης. 
Επομένως και πάλι δεν είναι οι «εμπειρίες» αυτές που καθορίζουν την γνησιότητα του ήθους, αλλά το πραγματικό εκκλησιαστικό ήθος είναι αυτό που μαρτυρεί για τη γνησιότητα των εμπειριών, όπως μας βεβαιώνει η Διδαχή των Αποστόλων: «Ου πάς δε ο λάλων εν πνεύματι προφήτης εστίν, άλλ' εάν έχη τους τρόπους τον Κυρίου. Από ουν των τρόπων γνωσθήσεται ο ψευδοπροφήτης και ο προφήτης»15.
  
Οι «εμπειρίες» των Πεντηκοστιανών
και το εκκλησιαστικό ήθος

Διαβάζοντας κανείς τις συχνές ομολογίες των νέων προσηλύτων στις Οργανώσεις των Πεντηκοστιανών, μέσα στις οποίες (ομολογίες) περιγράφονται στερεότυπα οι προσωπικές τους εμπειρίες, εντυπωσιάζεται στην αρχή για την θαυμαστή αλλαγή της ζωής τους, που συνίσταται σε απαλλαγή από διάφορες κακές συνήθειες (αδικίες, μίση, κλοπές, κάπνισμα, αλκοόλ, πορνεία, οργή και άλλα). Αυτή η αλλαγή χρησιμοποιείται ως ακαταμάχητο επιχείρημα τόσο για την γνησιότητα των «εμπειριών» τους, όσο και για την εγκυρότητα και μοναδικότητα της Ομολογίας τους16.

Όποιος όμως γνωρίζει σε βάθος την αληθινή πνευματικότητα και το γνήσιο εκκλησιαστικό ήθος, διαπιστώνει πολύ εύκολα μία εξωφρενική μονομέρεια στην απλοποιητική αυτή ηθική των Πεντηκοστιανών, που ταυτίζεται με τον προτεσταντικό ευσεβισμό

Όπως σημειώνει ο μεταστραφείς στην Ορθοδοξία πρώην ευαγγελικός Frank Schaeffer, για τις περιπτώσεις αυτές, «Η πνευματικότητα είναι αποκομμένη από την εξωτερική, τη χειροπιαστή, την πραγματική μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και τώρα υπάρχει μόνο στον δικό της εσωτερικοποιημένο κόσμο των συναισθημάτων. Μέσα στο κλίμα του ιδιωτικού ευσεβισμού... οι αρχαίες πνευματικές αλήθειες της Εκκλησίας, οι οποίες κάποτε περιέκλειαν τις εσωτερικές και εξωτερικές εκδηλώσεις της πνευματικής ανάπτυξης, έχουν πλέον μαρανθεί»17.

Η μεταστροφή από την αμαρτωλή ζωή στην αναγεννημένη ζωή και οι γνωστές «εμπειρίες», που περιγράφονται μ' έναν κουραστικά πανομοιότυπο τρόπο σε όλες τις ομολογίες, είναι τελείως αποκομμένη από την πραγματικότητα του μυστηρίου. 

Οι «εμπειρίες» τους δεν συνδέονται με το Μυστήριο του Βαπτίσματος, ούτε με το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, αλλά με την αυθαίρετη και υποκειμενική «αναγέννηση» και με το κατά μαγικό τρόπο γενόμενο «βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος». Απουσιάζουν προκλητικά από την «πνευματικότητα» των Πεντηκοστιανών η θέωση ως στόχος της υπάρξεως του πιστού, η άσκηση ως πορεία προς τη σωτηρία και η αυθεντική μυστηριακή ζωή. «Αυτοί θέλουν ανάσταση και χαρίσματα πνευματικά, χωρίς να σταυρώσουν τον εαυτό τους δια της μετανοίας, της ασκήσεως, της νηστείας, της υπακοής στην Εκκλησία»18. «Εκείνο που υπήρξε πάντοτε η κοινή κληρονομιά όλων των χριστιανών, ο εορτασμός δηλαδή της Θείας Ευχαριστίας, η αναίμακτη θυσία... δεν είναι για αυτούς (τους Πεντηκοστιανούς) παρά μία ελάχιστα ενδιαφέρουσα ανάμνηση»19 με την ψυχολογική έννοια του όρου.
Η ευσεβιστική αυτή ζωή, όσο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως θαυμαστή και υποδειγματική, στην πραγματικότητα δεν έχει καμμία σχέση με την αληθινή ζωή, που χαρίζει η πραγματική παρουσία του αγίου Πνεύματος και η ένωσή μας με τον Θεάνθρωπο, όπως μας το βεβαιώνει ο ίδιος ο Χριστός: «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του Υιού του Ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς».

Η έλλειψη γνησίου Ιστορικού πλαισίου και έγκυρης εκκλησιαστικής δομής, η αλλοίωση της αυθεντικής Αποστολικής Διδαχής, μαζί με την απουσία της παραδεδομένης λατρευτικής ζωής στον χώρο των Πεντηκοστιανών, οδηγούν σε απεγνωσμένες προσπάθειες να καλυφθή το κενό από το ψυχολογικό κλίμα, μέσα στο οποίο ενεργούνται οι λεγόμενες «εμπειρίες» τους. Αυτό μπορούμε εύκολα να το διαπιστώσουμε εξετάζοντας με προσοχή τα όσα λέγονται και πράττονται στις συναθροίσεις τους και επαναλαμβάνονται κάθε φορά στερεότυπα. Παραθέτω εδώ αυτούσιο ένα απόσπασμα από ομιλία πεντηκοστιανού ποιμένος με προτροπές για αναγέννηση:

«Αν καμμιά ψυχή θέλει να δώσει την καρδιά της στον Χριστό, μπορεί νάρθει εδώ μπροστά να γονατίσει και να πει: Χριστέ μου, σώσε με και ελέησέ με, σφράγισε με και εμένα με το Πνεύμα σου το άγιο... (ύμνος).... Εάν εσύ θέλεις να παραδοθείς στον Χριστό, να πεις: Κύριε, θέλω κι εγώ... Πάρε μαξιλλαράκι, γονάτισε και θα σε σώσει... (ύμνος)...»21. «Να πεις: Κύριε, αναγέννησέ με. Μπορείς να το πεις. Πες το σήμερα το πρωί. Κύριε, σήμερα να με αναγεννήσεις... Σήμερα το πρωί έχω να πω σ' αυτούς που δεν αναγεννήθηκαν ότι ο άνεμος είναι έτοιμος να πνεύσει στην καρδιά τους... θα ψάλουμε τον ύμνο "Πρέπει να γεννηθείς" και θέλω σήμερα το πρωί, εάν κανένας δεν αναγεννήθηκε να αναγεννηθεί. Είναι καμμιά ψυχή που δεν έχει αναγεννηθεί; να σηκώσει το χέρι του! Μάλιστα! Εάν δεν έχεις αναγεννηθεί, σήμερα το πρωί πρέπει ν' αναγεννηθείς... έλα πάρε ένα μαξιλλαράκι, γονάτισε και πες: Κύριε, αναγέννησε με»22.  

 Αναφέρω, επίσης, τη μαρτυρία κάποιας κυρίας, η οποία είχε παρασυρθή για ένα χρονικό διάστημα από τη εξαδέλφη της.
Σήμερα ενθυμείται και ομολογεί: «Γονατίζαμε και προσευχόμασταν ο καθένας με τα δικά του λόγια φωνάζοντας δυνατά. Ας φωνάξουμε όλοι, έλεγε η εξαδέλφη μου, ''Άγιο Πνεύμα έλα. Έλα, Άγιο Πνεύμα''. Γινόταν πανδαιμόνιο. ‘'Φωνάξτε πιο πολύ, μας έλεγε η εξαδέλφη μου, έρχεται το Άγιο Πνεύμα''. Και ξαφνικά άρχισα να γλωσσολαλώ. Έλεγα ακαταλαβίστικα πράγματα. Η γλώσσα μου γινόταν χονδρή και βρισκόμουν σε άλλη κατάσταση, σε μεγάλη σύγχυση»23. 
Όπως παρατηρεί ο μακαριστός π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, «Η αναγκαιότητα αυτών των εμπειριών προκαλεί ατμόσφαιρα ψυχολογικής πιέσεως, γιατί κάποιος που δεν έχει αυτές τις πνευματικές εμπειρίες τούτο αποδίδεται στο ότι δεν πιστεύει σωστά! Η ψυχολογική αυτή πίεση αυξάνεται ιδιαίτερα στις ομάδες εκείνες που φρονούν ότι χωρίς το βάπτισμα τον Αγίου Πνεύματος δεν υπάρχει εμπειρία της σωτηρίας.

Όμως μ' αυτόν τον τρόπο εξαφανίζονται τα σύνορα μεταξύ της δράσης του Αγίου Πνεύματος που δημιουργεί γνήσιες πνευματικές εμπειρίες σαν εκείνη τον αποστόλου Παύλου (Α' Κορ. 12, 1-3) και υποκειμενικών ή δαιμονικών καταστάσεων, που οδηγούν σε (λεγόμενες) ‘'εμπειρίες''»
24.

Ενδιαφέρουσα στο σημείο αυτό είναι και η μαρτυρία του ηγουμένου της Ι. Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, ο οποίος παλαιότερα ως ερευνητής στην Αμερική παρακολούθησε μία συνάθροιση Πεντηκοστιανών. Γράφει: «Η "εκκλησία" τους ήταν σαν μια αίθουσα σχολείου. Άρχισε πρώτα ένα όργανο να παίζη κάποια μουσική με απαλούς και σιγανούς ήχους, που όσο προχωρούσε γινόταν πιο εντατική, πιο εκκωφαντική και έξαλλη, ώστε να προκαλή έξαψη. Τέλειωσε η μουσική και άρχισε ο ιεροκήρυκας. Άρχισε και αυτός απαλά και, όσο προχωρούσε, φώναζε δυνατώτερα. Στο τέλος δημιούργησε και αυτός μία κατάστασι εξάψεως.


Και τότε, όταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν πάθει ομαδική υποβολή και υστερία, άρχισαν να φωνάζουν, να σηκώνουν και να κινούν τα χέρια, να βγάζουν άναρθρες κραυγές. Ένοιωσα τότε ότι δεν ήταν εκεί το Πνεύμα του Θεού, το οποίο είναι Πνεύμα ειρήνης και όχι ταραχής και εξάψεως. Το Πνεύμα του Θεού δεν έρχεται με Τεχνητούς και ψυχολογικούς τρόπους».

Είναι ολοφάνερο ότι το πνεύμα της εξάψεως και της θορυβώδους εκστάσεως δεν έχει καμμία σχέση με το Άγιο Πνεύμα, που μας πληρώνει με εκείνη την ειρήνη «την υπερέχουσαν πάντα νουν»26, όταν ενσυνείδητα συμμετέχουμε στην μυστηριακή λατρεία της Εκκλησίας"27.

Εμείς μπορούμε να συγκρίνουμε τις νευρωτικές και μίζερες προτροπές για «αναγέννηση», τις εκβιαστικές επικλήσεις του Αγίου Πνεύματος, τις άτακτες κινήσεις του σώματος, τις άναρθρες κραυγές και τις θεατρινίστικες συσπάσεις του προσώπου, όσων λαμβάνουν μέρος στις συναθροίσεις των Πεντηκοστιανών και ισχυρίζονται ότι έχουν εμπειρίες, με την σοβαρότητα και την αρχοντιά των διαλόγων στην κατήχηση για το Ορθόδοξο Βάπτισμα (« - Αποτάσση τω σατανά; - Αποτάσσομαι. - Συντάσση τω Χριστώ; - Συντάσσομαι»), με την ιεροπρέπεια των διαλόγων μεταξύ λειτουργού ιερέως και πιστών στη Θεία Λειτουργία («εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν. - Κύριε, ελέησον. -Ανω σχώμεν τας καρδίας. - έχομεν προς τον Κύριον»)· με το ευλαβικό σταυροκόπημα των μελών της Εκκλησίας με το ιλαρό πρόσωπο αυτών που παρακολουθούν την αναστάσιμη Θεία Λειτουργία, καθώς φωτίζονται απ' τ' αγιοκέρι, ευωδιάζουν από το λιβάνι, προσέρχονται προετοιμασμένοι στο Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας και ομολογούν:
«Είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες, αύτη γαρ ημάς έσωσεν».28  


1. Ματθ. 5, 8.
2. Ιακ. 4, 6,
3. Ματθ. 7, 15
4. Ματθ. 7, 21.
5. Ματθ. 7, 23.
6. Βλ. Εφ. 1, 9, «γνωρίσας ημίν το μυστήριον τον θελήματος αυτού κατά την ευδοκίαν αυτού, ην προέθετο εν αυτώ εις οικονομίαν του πληρώματος των καιρών, ανακεφαλαιώσασθαι τα πάντα εν τω Χριστώ, τα επί τοις ουρανοίς και τα επί της γης εν αυτώ».
7.2 Πετρ. 1, 4.
8. Αγίου Ειρηναίου, Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως, 4, 18, 5.
9. Λουκ. 9, 36.
10. Λουκ. 2, 51. 11.2 Κορ. 12, 1-10.
12. Ματθ. 7, 15, «Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δε είσι λύκοι άρπαγες»,
13. Απ. 16, 13-14.
14. Πράξ. 16, 17.
15.Διδαχή 11, 8.
16.Σε κάθε φύλλο της εφημερίδας τους, Χριστιανισμός, υπάρχει ειδικός χώρος για την καταχώριση ομολογιών και εμπειριών των προσηλύτων, που έχουν προφανή σκοπό να αποδείξουν την εγκυρότητα της Οργανώσεώς τους.
17. Frank Schaeffer, "Χορεύοντας Μόνος", σ. 248.
18. Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Εμπειρίες της χάριτος του Θεού, σ. 30.
19. Frank Schaeffer, "Χορεύοντας Μόνος", σ. 457.
20. Ιω. 6, 53.
21. Ομιλία κ. Λ. Φέγγου, 1-6-1982.
22. Ομιλία κ. Λ. Φέγγου, 2-3-1980. Πρβλ. Frank Schaeffer "Χορεύοντας Μόνος", σ. 219, «Η Χριστιανοσύνη υποβαθμίστηκε στο επίπεδο εκείνων που ενεργοποιούν το ακροατήριο με την δύναμη της θετικής σκέψης».
23. Μαρτυρία κ. Ά. Π., Κοζάνη.
24. Βλ. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Εγχειρίδιο αιρέσεων..., σ. 174.
25. Αρχιμ. Γεωργίου, Εμπειρίες της Χάριτος του Θεού, σ. 22.
26. Φιλ. 4, 7.
27. Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η Ευχαριστία, σ. 256-257, «Η θεία Λειτουργία τελέστηκε... και το Ποτήριο μεταφέρεται στην Αγία Τράπεζα. Η μικρή συναπτή, η μικρή ευχαριστία... Και μετά από αυτό, "εν ειρήνη προέλθωμεν". Πόσο φανερά, απλά και φωτεινά είναι όλα. Πόσο απόλυτα εκπληρωμένα. Με τη χαρά διαποτισμένα. Εμείς βρισκόμαστε πάλι στην αρχή, εκεί όπου άρχισε η ανύψωσή μας στην Τράπεζα του Χριστού στη Βασιλεία του... ‘'Κύριε, καλόν εστίν ημάς ώδε είναι''».
28. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Η Θεία Λειτουργία.


ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η ΙΕΡΑ ΜΑΣ ΜΟΝΗ ΑΠΟ ΨΗΛΑ!

ΟΜΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ